My Twitter Feed

23 Δεκεμβρίου, 2021

ΕΙΔΗΣΕΙΣ.ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ:

Ζητούνται απαντήσεις για τη Πάολα -

Πέμπτη, 23 Δεκεμβρίου, 2021

Υπηρεσίες υγείας διασυνοριακά -

Πέμπτη, 23 Δεκεμβρίου, 2021

Λεφτά για τον Επενδυτικό Οδηγό -

Τετάρτη, 22 Δεκεμβρίου, 2021

Αναβαθμίζεται ο Γ. Φραγγίδης! -

Τρίτη, 21 Δεκεμβρίου, 2021

Nέα διοίκηση στους αρχιτέκτονες -

Δευτέρα, 20 Δεκεμβρίου, 2021

Καμπάνια ενάντια στην ακρίβεια -

Δευτέρα, 20 Δεκεμβρίου, 2021

Συνεχίστηκε η καθοδική πορεία -

Δευτέρα, 20 Δεκεμβρίου, 2021

Έπεσε παγετός στα Κρούσια -

Κυριακή, 19 Δεκεμβρίου, 2021

Παραδοσιακά κάλαντα Χριστουγέννων

Του Θανάση Βαφειάδη.


Τα κάλαντα, τα ευχετικά και εγκωμιαστικά άσματα που όλοι ανεξαιρέτως τραγουδήσαμε σαν παιδιά την παραμονή των Χριστουγέννων, της Πρωτοχρονιάς ή των Θεοφανείων αποτελούν μια από τις πιο ευχάριστες αναμνήσεις των παιδικών μας χρόνων. Αποτελούν ταυτόχρονα και ένα ενδιαφέρον κομμάτι της λαογραφικής μας παράδοσης, που οι προφορικές, κυρίως, μαρτυρίες έχουν εγγράψει στη συλλογική μνήμη.

Η ονομασία τους ετυμολογείται από τις «Καλένδες» του Ιανουαρίου που γιορτάζονταν με μεγάλη λαμπρότητα κατά τη βυζαντινή εποχή αλλά τα άσματα αυτά δεν ήταν αρχικά αποδεκτά από την εκκλησία και τους λογίους της εποχής εκείνης. Ο σπουδαίος συγγραφέας Ιωάννης Τζέτζης τα παιδιά ή τους ενήλικες που περιέρχονταν τα σπίτια τραγουδώντας ευφημιστικά ή σκωπτικά άσματα, τους οποίους αποκαλούσε «μηναγύρτας»:

Στα χρόνια της τουρκοκρατίας μέχρι τις αρχές του περασμένου αιώνα τα συναντάμε με διάφορες ονομασίες όπως «Κόλιαντες», «Κόλιντα», «Κόλιαντα», «Κόλεντα» ή «Κόλιντρα».

Οι παραλλαγές των καλάντων που τραγουδιόνταν παλαιότερα ήταν πολλές και συνήθως οι πρώτοι στίχοι αναφέρονταν στη γιορτή:

«Χριστούγεννα, πρωτόγεννα πρώτη χαρά στον κόσμο
για βγάτε, δέτε, μάθετε όπου Χριστός γεννάται».

Πιο συνηθισμένο ήταν το

«Καλήν εσπέραν άρχοντες ας είναι ορισμός σας
Χριστού τη θεία γέννηση να πω στ’ αρχοντικό σας»
Στα ποντιακά κάλαντα τα πρώτο δίστιχο ήταν:
«Χριστόν γεννέθεν, χαράν σον κόσμον
χα καλή ώρα, καλή σ’ ημέρα»

Ακολουθούσαν έπαινοι και ευχές σε διάφορα πρόσωπα της οικογένειας και κυρίως για την οικοδέσποινα:

«Κυρά ψηλή, κυρά λιγνή, κυρά καμαροφρύδα
πήρες τα ρόδα απ’ τη ροδιά, τ’ ασπράδι από το χιόνι
πήρες και το ματόφρυδο από το χελιδόνι»

Στο τέλος υπήρχαν ευχές για το σπίτι που είχαν επισκεφθεί:

«Τούτο το σπίτι το ψηλό πέτρα να μη ραγίσει
κι ο νοικοκύρης του σπιτιού χρόνια πολλά να ζήσει».

Οι διάφορες προσφυγικές ομάδες της πόλης μας προσπαθούσαν να διατηρήσουν σε κάποιο βαθμό το έθιμο, όπως το πραγματοποιούσαν στους τόπους καταγωγής τους.

Στον Πόντο από νωρίς έβγαιναν τα μικρά παιδιά, μετά οι νέοι και τελευταίοι οι μεσήλικες, που αποτελούσαν και το μεγαλύτερο μέρος των καλανταριστών. Έβγαιναν κατά ομάδες αποτελούμενες από 10-15 άτομα και ήταν όλοι άνδρες. Στο σπίτι που επισκέπτονταν χόρευαν υπό τους ήχους λύρας ενώ οι νοικοκύρηδες του έδιναν λάδι, φασόλια και άλλα φαγώσιμα και αυτοί με τη σειρά τους τα πήγαιναν στην εκκλησία. Για τα κάλαντα στον Πόντο ο Στάθης Τσομίδης έγραψε στο «ΚΙΛΚΙΣΙΑΚΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ» (1984): «Το φωτισμένο καράβι, φτιαγμένο με μεγάλη επιμονή από χαρτόνια και λεπτό σανίδι και φωτισμένο με κεριά, έκανε ακόμη πιο γραφική τη διαδικασία των καλάντων. Κάθε ομάδα προσπαθούσε να φτιάξει το καλύτερο, το πλέον φανταχτερό και στολισμένο για να προκαλέσει τον θαυμασμό των νοικοκυραίων…. Σε πολλά μέρη του Πόντου και κυρίως στο Καρς και γενικότερα προς τα βόρεια ο υπεύθυνος είχε μια τσάντα όπου καθένας έβαζε τα δώρα και εξασφαλιζόταν έτσι το απρόσωπο ώστε να μη μειονεκτούν οι φτωχοί έναντι των πλουσίων που δε μπορούσαν να δώσουν πολλά.

Τα Θρακιωτόπουλα το πρωί της παραμονής των Χριστουγέννων κρατώντας μακριά ξύλα πήγαιναν στα σπίτια, χτυπούσαν τις πόρτες και φώναζαν «κόλυντα- κόλυντα». Το βράδυ της ίδιας μέρας τα μεγαλύτερα παιδιά επισκέπτονταν όλες τις οικογένειες και «έψελναν το Χριστό»:

«Χριστούγεννα πρωτούγεννα πρώτη γιορτή του χρόνου
‘πόψε Χριστός γεννήθηκε κι ο κόσμος δεν το νοιώθει»

Όταν χτυπούσε το βράδυ η γιορτινή καμπάνα όλα τα κόλυντα σταματούσαν και ο κόσμος πήγαινε στην εκκλησία.

Στους Μικρασιάτες μόνο αγόρια ξεχύνονταν στους δρόμους από τα χαράματα για να ψάλλουν τα κάλαντα από πόρτα σε πόρτα και να φέρουν σε κάθε σπίτι την χαρούμενη αγγελία της γέννησης του Χριστού και να ευχηθούν. Τα κάλαντά τους μιλούσαν για το Χριστό που «γεννιέται κι ανατρέφεται με μέλι και με γάλα.

Το μέλι τρώνε άρχοντες το γάλα αφεντάδες
και το μελισσοβότανο να λούζονται οι κυράδες».

Στο Άκαλαν το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων μεγάλη ομάδα από νέους 18-20 ετών γύριζε τα σπίτια του χωριού και έψαλλε τα κάλαντα. Η ομάδα ξεκινούσε από την εκκλησία και σε κάθε σπίτι που επισκέπτονταν έλεγαν το τραγούδι:

«Σαράντα μέρες, σαράντα νύχτες η Παναγιά μας κοιλοπονούσε,
κοιλοπονούσε παρακαλούσε τους αηποστόλους, τους Αρχαγγέλους»

Η πεμπτουσία των καλάντων ήταν το φιλοδώρημα, το οποίο οι καλανταριστές συνήθως αιτούνταν με ευγενικό τρόπο

«Αφέντη μου ευγενικέ, πόχεις μεγάλη χάρη
που σ’ έχομε στον τόπο μας σαν το λαμπρό φεγγάρι
άνοιξ’ το πουγκάκι σου το μαργαριταρένιο
αν έχεις γρόσια δος μας τα, αν έχεις και παράδες
αν έχεις και γλυκό κρασί βγάλε να μας κεράσεις»
Μερικοί βέβαια ήταν πιο απαιτητικοί
«Δέβα συ ταρές κι έλα σην πόρταν
δος με το παχσίς κι ας πάω διαβαίνω»

Αν κάποιος ήταν φιλάργυρος και δεν έδινε φιλοδώρημα αυτός εισέπραττε από σκωπτικά σχόλια μέχρι κατάρες:

«Αφέντη μου στην κάπα σου χίλιες χιλιάδες ψείρες
άλλες γεννούν, άλλες κλωσούν κι άλλες αυγά μαζώνουν».

Αντί για τα παραδοσιακά κάλαντα που δυστυχώς ως κακοφωνίξ δε μπορώ να σας ψάλλω, σας απευθύνω από καρδιάς μια μη παραδοσιακή ευχή:

«Φίλοι στις αναρτήσεις σας, χίλιες χιλιάδες like
τα σχόλια, σχόλια να γεννούν κι όλοι να σας παινεύουν»

Ανάρτηση στο facebook

Σχολιάστε