My Twitter Feed

20 Απριλίου, 2024

ΕΙΔΗΣΕΙΣ.ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ:

“Στο αυλάκι” το αρδευτικό Μουριών -

Παρασκευή, 19 Απριλίου, 2024

“Καταρρέει το Νοσοκομείο Κιλκίς” -

Παρασκευή, 19 Απριλίου, 2024

Δραματικό SOS της Παθολογικής! -

Τετάρτη, 17 Απριλίου, 2024

Το Κιλκίς και η αρχιτεκτονική του -

Κυριακή, 14 Απριλίου, 2024

Οι υποσχέσεις καλά κρατούν! -

Κυριακή, 14 Απριλίου, 2024

Στις κάλπες για το ψηφοδέλτιο -

Κυριακή, 14 Απριλίου, 2024

Επίσκεψη του Γ. Μανιάτη -

Σάββατο, 13 Απριλίου, 2024

Διευρύνουν τη συνεργασία τους -

Παρασκευή, 12 Απριλίου, 2024

Τα γεγονότα του Ίλιντεν και η Παιονία

Η κινητικότητα των κομιτατζήδων οπλαρχηγών τις παραμονές του Ίλιντεν, της εξέγεσης που προετοίμαζαν για την ημέρα του Προφήτη Ηλία, 20 Ιουλίου 1903 και που συνίστατο στη δολοφονία Πατριαρχικών προς εκφοβισμό και στην πίεση προσήλυτων να προσχωρήσουν στην Εξαρχία, εφαρμόσθηκε στα χωριά της Γουμένισσας αρχής γενομένης από εκείνα του όρους Πάικου, Όσιν (Αρχάγγελος), Κούπα και Λιούμνιτσα (Σκρα), όπως αναφέρει ο Βρετανός γενικός πρόξενος Sir Alfred Biliotti προς τον Βρετανό επιτετραμμένο J. B. Whitehead από τη Θεσσαλονίκη στις 26 Ιανουαρίου 1903.

Δολοφονία εξέχοντα Πατριαρχικού είχαμε στο χωριό Γερακάρτσι (Γερακώνα) καθώς και απειλές κατά του ιερέα των Λιβαδίων παπα-Νικόλα. …Τα χωριά στη νοτιοδυτική περιοχή της Γευγελής, Γοργόπ, Μποιέμιτσα, Μπογδάντσα, Μπόρες (ή Μπόγρος), Στογιάκοβο, Ματσούκοβο κ.λπ., (κάποια από αυτά ανήκαν και ανήκουν και σήμερα στην επαρχία της Γουμένισσας), είναι μόνο εν μέρει Εξαρχικά, αλλά τα χωριά του Γιανιτσέ Bαρδάρ, Kρίβα (Γρίβα), Μπαρόβιτσα (Καστανερή), Τσερναρέκα (Κάρπη), Πέτγες (Πεντάλοφο), Ράμνα (Ομαλό), Πέτροβο (Άγιος Πέτρος) (όλα της επαρχίας Γουμένισσας), μαζί με τα Κοφάλια (ή Κορφάλια) στη Θεσσαλονίκη είναι εξ ολοκλήρου Ορθόδοξα. Κανένα από αυτά ωστόσο δεν δέχεται αυτή τη στιγμή πιέσεις από τις συμμορίες για να προσχωρήσει στην Εξαρχία ή να αποπέμψει τους Έλληνας δασκάλους του, αλλά έχουν δεχθεί την προειδοποίηση να βρίσκονται σε ετοιμότητα, ώστε να πάρουν όπλα, όταν τους δοθεί η ανάλογη εντολή σε λίγους μήνες. Στο μεταξύ απειλούνται με θάνατο αν τυχόν καταδώσουν τις συμμορίες, για την υποδοχή των οποίων έχουν διαταγή να διατηρούν ένα σπίτι και προμήθειες σε διαρκή ετοιμότητα…, σημειώνει στην επιστολή του ο Biliotti.

Ένας άλλος διπλωμάτης, ο Αυστριακός γενικός Πρόξενος Richard Hickel στις 21 Φεβρουαρίου 1903 από τη Θεσσαλονίκη γράφει προς τον A. Goluchowki: …Αφού προετοιμασθεί αρκετά το φρόνημα (των χωρικών) –ως επί το πλείστον, όμως, με φοβερές απειλές (δολοφονίες πυρπολήσεις) – για το πολιτικό ιδανικό της απελευθέρωσης της Μακεδονίας, τότε προτρέπουν τους χωρικούς να βάλουν το χέρι τους με τρόπο εντελώς θεατρικό σ’ ένα μαύρο σταυρό και σ’ ένα περίστροφο και να ορκισθούν ότι θα λάβουν μέρος στην επόμενη εξέγερση. Πότε-πότε τους λένε ότι είναι αδιάφορο για το κομιτάτο, αν αυτοί παραμένουν πατριαρχικοί ή όχι, όμως πολύ συχνότερα, παράλληλα με τη μύηση, συμβαδίζει και ο αναγκαστικός προσηλυτισμός (τους) στην Εξαρχία.

Η προπαγάνδα αυτή είχε προχωρήσει πολύ σε αρκετές περιοχές της Μακεδονίας μεταξύ των οποίων και στην περιοχή Γουμένισσας. Φοβισμένοι οι κάτοικοι δεν δίνουν σωστές πληροφορίες, όπως σημειώνει ο Αυστριακός διπλωμάτης. Η προσπάθεια παρακίνησης των κατοίκων σε εξέγερση με τις συνθήκες που προαναφέραμε δεν ήταν οι καλύτερες και στην περιοχή του Κιλκίς, όπως διαπιστώνεται από επιστολή επίσης του Biliotti, στον οποίο αναφερθήκαμε. Η επιστολή συντάχθηκε στη Θεσσαλονίκη στις 25 Φεβρουαρίου 1903 και στάλθηκε στον J. Whitehead. Ο εξαναγκασμός δεν μπορούσε να προετοιμάσει τους κατοίκους σε εξέγερση. Πέρα των άλλων είχαν τον φόβο των αντιποίνων από μέρους του τουρκικού στρατού.

Δεν πρέπει να λησμονούμε πως στην ίδια περιοχή, όπως και στις άλλες όμορες των Γιαννιτσών, της Γευγελής και του Κιλκίς δρούσαν οι βοεβόδες Αργύρης, Αποστόλης και Γιοβάνης. Προερχόμενοι από την ευρύτερη περιοχή ήταν απηνείς διώκτες των Ελλήνων όχι μόνο εκφοβίζοντας αλλά σκορπώντας την καταστροφή και τον θάνατο από όπου διέρχονταν.

Την άνοιξη του 1903 στη Θεσσαλονίκη είχαμε έντονη δραστηριοποίηση του βουλγαρικού κομιτάτου. Από τον Απρίλιο του ίδιου έτους είχαν αρχίσει δολιοφθορές και βομβιστικές ενέργειες οι οποίες είχαν αναστατώσει την πόλη και προκάλεσαν την επιβολή στρατιωτικού νόμου. Από τις βομβιστικές επιθέσεις και τις ενέργειες του τουρκικού στρατού υπήρξαν πολλά θύματα μεταξύ των οποίων και Έλληνες. Παρά την εντυπωσιακή δράση στη Θεσσαλονίκη μια γενική εξέγερση φαίνονταν δύσκολο εγχείρημα, γι’ αυτό και πολλές ομάδες κομιτατζήδων έμειναν αδρανείς και περιπλανώμενες.

Στην περιοχή του Κιλκίς όπου είχαν προωθηθεί τα σώματα των Τσερνοπέεφ, Ντέλτσεφ και Τσόπκο με 180 άνδρες, περιπλανήθηκαν στους βάλτους της λίμνης Αματόβου (Άσπρου Ν. Κιλκίς) για αρκετό καιρό περιμένοντας την εξέγερση. Αποτέλεσμα της αναβλητικότητας ήταν η καταστροφή της ομάδας του Τσόπκο στο Γραντομπόρ, στον σημερινό Πεντάλοφο Θεσσαλονίκης. Μετά το Ίλιντεν, 20 Ιουλίου, 2 Αυγούστου με το νέο ημερολόγιο, ημέρα του Προφήτη Ηλία και τα γνωστά γεγονότα στο Κρούσοβο, οι Τούρκοι εξαπέλυσαν διωγμό εναντίον των ομάδων των κομιτατζήδων που προκάλεσαν τα γεγονότα στη Δυτική Μακεδονία, μεγάλο αριθμό θυμάτων, κυρίως Πατριαρχικών, καταστροφές χωριών, εισοδημάτων, περιουσιών.

Όπως στην υπόλοιπη Μακεδονία, έτσι και στην Κεντρική, οι Τούρκοι είχαν υπό επιτήρηση και παρακολούθηση τις ομάδες αυτές, πολλές από τις οποίες υπέστησαν ζημιές, όπως του Γιοβάν (Καρασούλη) στη λίμνη του Αματόβου (Άσπρου–Κιλκίς). Στο τέλος της ίδιας χρονιάς, στις 27 Δεκεμβρίου 1903, ο Γενικός Πρόξενος της Ελλάδος στη Θεσσαλονίκη Ευγένιος Ευγενιάδης έγραφε μεταξύ άλλων προς τον Έλληνα Υπουργό των Εξωτερικών Α. Ρωμάνο: …Ἀναγκαία κυρίως συγκρότησις συμμορίας ἐν τοῖς περιχώροις Γουμένιτζης, ὅπως δυνηθῶμεν νὰ συγκρατήσωμεν τὰ ὀρθόδοξα χωρία, ἀπειλήσωμεν τὰ σχισματικὰ καὶ ἐπιτύχωμεν τὴν ἐξόντωσιν ἔστω καὶ μίας μόνο τῶν τριῶν ἐπικινδύνων συμμοριῶν…. Ήδη αναφέρθηκαν οι συμμορίες των Αργύρη, Αποστόλη και Γιοβάν.

Το κέντρο της Γουμένισσας


Σε ένα άλλο κέντρο του Αγώνα, στη Γουμένισσα, από πολύ νωρίς, το 1891, την οργάνωση την είχε αναλάβει μετά από προτροπή του Στέφανου Δραγούμη ο γιατρός Άγγελος Σακελλαρίου. Κατάγονταν από τα Βίλλια της Αττικής από πολιτευόμενη οικογένεια και είχε προσωπικούς δεσμούς με την οικογένεια του Δραγούμη και τον Παύλο Μελά. Το 1897 ο Σακελλαρίου απελάθηκε από τις τουρκικές αρχές και πήρε μέρος στον ελληνοτουρκικό πόλεμο. Το επόμενο έτος επέστρεψε στη Γουμένισσα οργανώνοντας τον Αγώνα στην περιφέρειά της. Τραυματίστηκε από τους εξαρχικούς και αργότερα το 1910 υπέκυψε.

Ο Σακελλαρίου με τις δράσεις και τις πρωτοβουλίες του είχε βρεθεί στο στόχαστρο του Αποστόλ Πετκώφ. Ο γνωστός βοεβόδας με επιστολή του προς τους προκρίτους της Γουμένισσας δεν απαιτούσε μόνο να δηλώσουν στις αρχές των Γιαννιτσών πως είναι Βούλγαροι, πράγμα που αν δεν το κάνουν θα τους σκοτώσει, απαιτούσε επιπλέον να διώξουν από την πόλη τους τον γιατρό Αγγελάκη και κατέληγε: …ελπίζω να μην με αναγκάσετε να εκτελέσω τις αποφάσεις μου.

Ο Σακελλαρίου, όπως και άλλοι τοπικοί παράγοντες, εργάστηκε δραστήρια και κατά την ένοπλη φάση του αγώνα στη Γουμένισσα. Αυτό επιτεύχθηκε με τη δημιουργία και τη δραστηριοποίηση του «Φιλεκπαιδευτικού Συλλόγου» της πόλης, στον οποίο σημαντικές υπηρεσίες προσέφεραν και οι εκπαιδευτικοί Ιωάννης Άλλιος, Γ. Κρετσόβαλης και Βασίλειος Νεράντζης. Γνωστές είναι οι επιστολές του Σακελλαρίου προς τη Μελπομένη Αυγερινού και τα όσα αυτή αναφέρει στο έργο της Μακεδονικὰ απομνημονεύματα τόσο για τον γιατρό, όσο και για τη δράση του στη Γουμένισσα και την αλληλογραφία του με εφημερίδες της Αθήνας και του εξωτερικού. Χάρη σε αυτόν ο Ίων Δραγούμης επισκέφθηκε την κωμόπολη και εμψύχωσε τον εκεί ελληνισμό συμμετέχοντας σε εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στις 30 Ιανουαρίου 1906 προς τιμή των ελληνικών γραμμάτων.

Γεγονότα στη Γουμένισσα – Η πυρκαγιά του 1904


Οι ληστρικές επιδρομές των κομιτατζήδων προς τη Γουμένισσα και τα χωριά της ήταν συχνές από την πρώιμη περίοδο του Αγώνα με σκοπό πάντα τον εκφοβισμό των κατοίκων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η δολοφονία μιας γυναίκας και του παιδιού της από τη συμμορία των Αθανασίου και Βακάλωφ, διότι οι χωρικοί δεν τους δέχθηκαν όπως έπρεπε.

Στις 19 Ιουνίου του 1904 η Γουμένισσα απειλήθηκε από μεγάλη πυρκαγιά μετά από συμπλοκή μελών της ομάδας του Αποστόλη με ομάδα τούρκων οπλιτών. Οι κομιτατζήδες είχαν εισέλθει σε κατοικία βρισκόμενη στο δυτικό άκρο της κωμόπολης. Μόλις έγιναν αντιληπτοί ειδοποιήθηκε ο στρατός και άρχισε μεγάλη συμπλοκή, αποτέλεσμα της οποίας ήταν η μετάδοση πυρκαγιάς σε ένα από τα πλέον πυκνοδομημένα τμήματα της κωμόπολης. Περισσότερα από τριάντα σπίτια κάηκαν, οι ζημιές ξεπέρασαν τις 15.000 τουρκικές λίρες. Πολλοί κάτοικοι έμειναν γυμνοί και ανυπόδητοι, περισσότερο όμως πλήγηκε η κατοικία της οικογένειας Παζαρέντσου, η οποία ήταν εντυπωσιακή για το μέγεθος και τις εγκαταστάσεις της.

Οι πρόκριτοι της Γουμένισσας με επιστολή τους προς το Ελληνικό Προξενείο Θεσσαλονίκης ζητούσαν την ηθική στήριξη και την υλική βοήθεια του Εθνικού Κέντρου, η οποία οφείλουμε να σημειώσουμε πως ήρθε σε μικρό χρονικό διάστημα. Υπάρχει αξιόλογο αρχειακό υλικό για το θέμα αυτό, το οποίο θα αναλυθεί και σχολιασθεί σε άλλη σχετική εργασία μας.

Η κατάσταση που επικράτησε στη Γουμένισσα και στην περιοχή της το καλοκαίρι του 1904 περιγράφεται με κάθε λεπτομέρεια πρωτοσέλιδα στο 36ο φύλλο της 25ης Σεπτεμβρίου του ιδίου έτους της εφημερίδας του Οικουμενικού Πατριαρχείου Ἐκκλησιαστικὴ Ἀλήθεια. Εμπρησμοί, δολοφονίες, καταστροφές, απειλές ήταν συνήθη φαινόμενα. Ο ανταποκριτής θέλοντας να υπογραμμίσει το μέγεθος των καταστροφών και των όσων υπέφεραν οι κάτοικοι σημειώνει: …ἄλλο τὶ δὲν πρέπει πράξωμεν ἀλλ’ ἡ ὑπομονή ἡμῶν κατήντησε παροιμιώδης. Ἄλλοτε ἔλεγον ἰώβειος τώρα θὰ εἴπωμεν καὶ θὰ λέγωμεν μακεδονική… .

Δράση Ελληνικών ανταρτικών σωμάτων


Ο Έλληνας Πρόξενος στη Θεσσαλονίκη σε επιστολή του προς το Υπουργείο των Εξωτερικών και ημερομηνία 15 Ιανουαρίου 1905 αναφέρεται σε έναν γενικότερο σχεδιασμό διοργάνωσης και δράσης ελληνικών σωμάτων στη Μακεδονία. Μεταξύ των άλλων για την περιοχή του Ν. Κιλκίς γράφει πως ελπίζει στη σύσταση σώματος που θα δράσει στην περιοχή της Αριδαίας μέχρι και των Λιβαδίων του Πάικου και της Γουμένισσας και στην ανασύσταση του σώματος Βογδάντσας που θα δράσει στην περιοχή του Κιλινδίρ καλύπτοντας το μεγαλύτερο μέρος της επαρχίας Πολυανής, από το Βλάδοβο προς βορρά μέχρι το Αμάτοβο (Άσπρο) νότια. Καταρτίζει σώμα, με επίκεντρο πάλι το Κιλιντίρ και πεδίο δράσης την περιοχή Κερκίνης, Πορροΐων και ενδεχομένως την κοιλάδα της Στρώμνιτσας, προβαίνει σε ενέργειες που απαιτούν αρκετά χρήματα, όπως είναι η ενοικίαση λιμνών και βοσκών μεταξύ των οποίων και η λίμνη Αματόβου.

Ένα από τα σώματα που συγκροτήθηκαν ήταν του λοχαγού Μιχάλη Μωραΐτη (Καπετάν-Κόδρου) με υπαρχηγό τον υπολοχαγό Σπυρίδωνα Φραγκόπουλο (Καπετάν-Ζόγρα). Το σώμα αυτο προσπάθησε να προωθηθεί στην περιοχή Καρατζόβας και να δράσει και σε εκείνη της Γουμένισσας και γι’ αυτό συγκρούσθηκε με την ομάδα του κομιτατζή Αντών. Αποτέλεσμα αυτής της δράσης ήταν η καταστροφή του σώματος Μωραΐτη στο Πάικο το 1905 από τον τουρκικό στρατό.

Το ίδιο έτος στην περιοχή πέρασε το σώμα του Γεωργίου Κακουλίδη (Καπετάν-Δράγου), το οποίο συγκρούσθηκε στα χωριά του Μαγιδάγ, Πλάγια-Φανός Παιονίας με τον τουρκικό στρατό. Το 1906 στον ορεινό όγκο του Πάικου δρουν τα σώματα των Εμμανουήλ Κατσίγαρη και Χρήστου Κραπάνου (Καπετάν-Πάνου Μελά) και στη θέση του σώματος Κακουλίδη το σώμα του Χρήστου Παραντούνα (Καπετάν-Καψάλη). Το ίδιο έτος έδρασε ως πράκτορας και οργανωτής ο Μ. Αναγνωστάκος (Ματαπάς), ανθυπασπιστής του πυροβολικού και απόφοιτος της Φιλοσοφικής Σχολής.

Το 1907 έδρασε το σώμα των Παναγιώτη Κλείτου (Καπετάν-Δίβρα) και Λουκά Παπαλουκά και το σώμα του υπολοχαγού Γεωργίου Παπαδόπουλου (Καπετάν-Νικηφόρου Β΄). Ο τελευταίος έπεσε νεκρός σε συμπλοκή με τον τουρκικό στρατό έξω από τη Γουμένισσα στις 20 Ιουνίου 1907. Τη δράση του επαινεί σε έκθεσή του ο Πρόξενος Θεσσαλονίκης Κοντογούρης. Τη συμπλοκή με τον τουρκικό στρατό αναφέρει ο Αυστριακός Πρόξενος Θεσσαλονίκης Bridge. Το επόμενο έτος ο Κορομηλάς αναφέρει στο Υπουργείο Εξωτερικών τη διανομή περιστρόφων και όπλων εκ των οποίων 138 διανεμήθηκαν στις περιοχές Κιλινδίρ και Γουμέντσης.

Μικρότερα κέντρα του αγώνα και η δράση ντόπιων οπλαρχηγών


Στα μικρότερα κέντρα υπάγονται τα Μεγάλα Λιβάδια και ο Άγιος Πέτρος, χωρίς βέβαια να παραμελείται και να αγνοείται η μεγάλη προσφορά άλλων οικισμών, όπως ήταν το Σκρα, η Ειδομένη, τα Ρύζια, το Ίσωμα, η Αξιούπολη, η Γρίβα, οι Εύζωνοι, η Καστανερή και η Κάρπη. Στα μικρότερα κέντρα που προαναφέρθηκαν είχαμε τη δράση πολιτοφυλάκων, την ανάδειξη πολλών οπλαρχηγών. Μπορεί ο βοεβόδας Αποστόλης να κατάγονταν από την Αξιούπολη, αλλά στην ίδια κωμόπολη πολλοί ήταν οι πρόκριτοι που εργάστηκαν δραστήρια, οι πράκτορες, οι οδηγοί, οι σύνδεσμοι και οι πολιτοφύλακες.

Από την Καστανερή προέρχονταν οι καπεταναίοι Λάζος και Γκόνος Δογιάμας, από την Κάρπη ο Αθανάσιος Μπέτσης, από τα Λειβάδια οι Στέργιος Ναούμ και Νικόλαος Νέσιος. Ο Γεώργιος Καραϊσκάκης από τη Βογδάντσα, ο Γκόνος Πελτέκης από τον Αρχάγγελο, ο Μιχαήλ Σιωνίδης από τους Ευζώνους, ο Γεώργιος Ράμναλης από το Ίσωμα, ο Παντελής Παπαϊωάννου από το Κολέσινο της Στρώμνιτσας. Όλοι έδρασαν όχι μόνο στον σημερινό Ν. Κιλκίς αλλά και ευρύτερα. Από το Πάικο και την Κερκίνη ως τον Βάλτο των Γιαννιτσών.
Ο Γκόνος Πελτέκης από τον Αρχάγγελο εντάχθηκε στο σώμα του Καπετάν Κόδρου (Μ. Μωραΐτη) και γρήγορα αναδείχθηκε ομαδάρχης και διμοιρίτης. Πήρε μέρος σε πολλές μάχες και σε μεγάλη συμπλοκή με τον τουρκικό στρατό το 1906 μεταξύ Λιβαδίων και Σκρα έχοντας μαζί του τον οπλαρχηγό Νικόλαο Νέσιο από τα Λιβάδια. Φυλακίσθηκε στο Επταπύργιο Θεσσαλονίκης και αποφυλακίσθηκε το 1908. Συνέχισε τη δράση του και στα μετέπειτα χρόνια.

Όλοι οι οπλαρχηγοί που προαναφέρθηκαν ήταν γηγενείς, δίγλωσσοι, ελληνόφωνοι-σλαβόφωνοι, ελληνόφωνοι-βλαχόφωνοι, με πίστη και αφοσίωση στο Πατριαρχείο και την ελληνική ιδέα. Κάποιοι μπορεί στην πρώιμη περίοδο του αγώνα να ακολούθησαν ομάδες κομιτατζήδων από ενθουσιασμό, γιατί υπήρξε η αντίληψη και η πρώτη εντύπωση πως ο αγώνας ήταν εναντίον των Τούρκων. Όταν όμως έγιναν φανερές οι προθέσεις των κομιτατζήδων και ιδιαίτερα μετά το Ίλιντεν, δημιούργησαν τα δικά τους ανταρτικά σώματα και αγωνίσθηκαν εναντίον των σκοπών και των στόχων του βουλγαρικού κομιτάτου.

Στον χώρο των γηγενών ιερωμένων ξεχώρισαν πολλοί για την προσφορά και των πατριωτισμό τους. Ενδεικτικά αναφέρονται τρία πολύ γνωστά ονόματα του παπα-Μανώλη από τον Άγιο Πέτρο, του παπα-Χρήστου Οικονόμου από τη Γρίβα και του παπα-Ζαφειρίου Σταματιάδη από την Ειδομένη. Τα όσα περιλαμβάνονται στην εισήγηση αυτή είναι μέρος μόνο της μεγάλης προσφοράς των γηγενών κατοίκων του Ν. Κιλκίς και των ελληνικών ανταρτικών σωμάτων που έδρασαν στην ίδια περιοχή κατά την περίοδο του Μακεδονικού Αγώνα.

Πηγή: Χρήστος Π. Ίντος, πρακτικά της Εταιρίας Μακεδονικών Σπουδών.

Σχολιάστε