My Twitter Feed

29 Μαρτίου, 2024

ΕΙΔΗΣΕΙΣ.ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ:

Σοκ από το λουκέτο στη SONOCO! -

Πέμπτη, 28 Μαρτίου, 2024

Παιονία: Η ιστορία σε λεύκωμα Χρ. Ίντου -

Τετάρτη, 27 Μαρτίου, 2024

Ο ΣΥΡΙΖΑ για τον αξονικό του ΓΝΚ -

Τετάρτη, 27 Μαρτίου, 2024

Σε καινοτόμο έργο η ALUMIL -

Δευτέρα, 25 Μαρτίου, 2024

“Άδειασμα” από τον Γ. Φλωρίδη -

Σάββατο, 23 Μαρτίου, 2024

Παππάς: Παράνομες οι καταλήψεις -

Παρασκευή, 22 Μαρτίου, 2024

Δ. Κιλκίς: Στα Λατσιά αντιπροσωπεία του -

Παρασκευή, 22 Μαρτίου, 2024

Δ. Κιλκίς: Σε δράση τα μηχανήματα -

Παρασκευή, 22 Μαρτίου, 2024

Λέοντες και χαμαιλέοντες

Του Θανάση Βαφειάδη.


Εκτελεστές να σκορπούν το θάνατο από τις ταράτσες που είχαν ακροβολιστεί και από τις γωνιές των γύρω δρόμων. Αδίστακτοι βασανιστές στα κρατητήρια να αδημονούν να αναμορφώσουν «εθνικά» τους ταραξίες, με ξυλοδαρμούς, ορθοστασία, απομόνωση, ηλεκτροσόκ, εικονικές εκτελέσεις. Και μετά στρατοδικείο κι εξορία κατά την προσφιλή τακτική του μετεμφυλιακού κράτους. Τρομοκρατία με επισκέψεις πόρτα – πόρτα για να ανακαλυφθούν όσοι διέφυγαν, όσοι τους έδωσαν άσυλο, όσοι ήταν συγγενείς και έπρεπε να κρατήσουν το στόμα τους ερμητικά κλειστό για να μην πάθουν τα ίδια. Και φυσικά διαπόμπευση τηλεοπτική ή δια του Τύπου και αμφισβήτηση ότι υπήρξε έστω και ένας νεκρός. Για να ξεχαστούν οι αγωνιώδεις εκκλήσεις του ραδιοφωνικού σταθμού των φοιτητών, οι προκηρύξεις οι τυπωμένες στον πολύγραφο, τα συνθήματα στα πλακάτ, τα οδοφράγματα. Να ο μακρύς κατάλογος δεινών που συνόδεψαν την εξέγερση.

Και μετά δημοκρατία ανάπηρη και προκλητική ατιμωρησία των ενόχων. Απαλλακτικά βουλεύματα και ογκώδη πορίσματα που έμειναν στα συρτάρια προς δόξαν της ανεξάρτητης δικαιοσύνης. Κάποιους λίγους τους καταδίκασαν «να πέσουν στα μαλακά». Έτσι για τα μάτια.

Κι ύστερα αλλάξαν οι καιροί και οι ταραξίες με τα μακριά μαλλιά και τα συνθήματα για δημοκρατία και απαλλαγή από την αμερικανοκρατία γίνανε ήρωες και η εξέγερση του Πολυτεχνείου γιορτή, εθνική επέτειος και μύθος: «Το Πολυτεχνείο το έκανε σύσσωμο το έθνος».

Έτσι γίναμε μια ωραία ατμόσφαιρα. Όλοι μαζί τιμούμε δεόντως το Πολυτεχνείο.

Και αυτοί που ήταν πίσω από τον καγκελόπορτα και αυτοί που δώσαν τη διαταγή να πέσει κάτω από τις ερπύστριες.

Και αυτοί που φώναζαν «ψωμί, παιδεία, ελευθερία» και αυτοί που είχαν μουγκαθεί ή βγάζαν φλύκταινες σαν άκουγαν τη λέξη ελευθερία και το ψωμί τους μεσ’ στη Χούντα ήταν παντεσπάνι.

Κι αυτοί που κοιμήθηκαν τον ύπνο του δικαίου εκείνο το βράδυ της 17ης Νοέμβρη του 73, ευχαριστημένοι με το γύψο που είχαν βάλει στη χώρα και στα μυαλά τους οι συνταγματάρχες κι αυτοί που δεν απέστρεψαν το βλέμμα στο αίμα που χύθηκε, που δεν έκλεισαν τ’ αυτιά τους στις κραυγές πόνου και αγωνίας, που δεν κλείστηκαν στο σπίτι τους αλλά μαζεύτηκαν έξω από το Πολυτεχνείο για να δώσουν ψωμί, τσιγάρα και φάρμακα στους φοιτητές.

Και μετά, όλα αυτά άρχισαν να ξεθωριάζουν. Και μεις από τη Μεταπολίτευση και δώθε κάθε χρονιά να βλέπουμε το ίδιο κακόγουστο έργο: Θύτες και θύματα μαζί να κλίνουν ευλαβικά το γόνυ στα μνημεία της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, να αφήνουν ένα γαρύφαλλο, οι μεν σαν αυτό που φόραγε στο πέτο ο Μπελογιάννης, οι δε σαν αυτά που είχαν στα πανέρια τους οι λουλουδούδες των νυχτομάγαζων που σύχναζαν. Και οι σεμνές τελετές μνήμης να περατούνται με την κατάθεση στεφάνων εκ μέρους των επισήμων, που τεντώνουν το κορμί τους, ισιώνουν τους ώμους τους και ατενίζουν ψηλά, όπως στις προεκλογικές τους αφίσες των Μαυρογυαλούρων που χαζεύουν με απλανές βλέμμα το υπερπέραν, υποσχόμενοι το καλύτερο μέλλον που θα έρθει και που ποτέ δεν έρχεται. Και ακριβώς δίπλα τους, με απορημένο βλέμμα, να τους χαζεύουν και οι εκπρόσωποι των συνδέσμων φυλακισθέντων και εξορισθέντων και να απορούν γιατί θυμούνται ποιοι ήταν και τι έκαναν αυτοί που τότε την «επάρατο» αποκαλούσαν «εθνοσωτήριο» και την υπηρετούσαν με ζήλο υπέρμετρο.

Πώς έγινε αυτό το θαύμα; Πώς έγινε αυτή η οβιδιακή μεταμόρφωση;

Μα σ’ αυτή τη χώρα όλα γίνονται. Τη μια μέρα είσαι αυτό, την άλλη το άλλο. Μπορείς ν’ αλλάξεις κόμμα, γυναίκα, μάρκα τσιγάρων, πουκάμισο. Μόνο ποδοσφαιρική ομάδα δεν αλλάζεις. «Τα πάντα ρει», που έλεγε και ο Ηράκλειτος, για να δώσουμε και τη φιλοσοφική διάσταση του πράγματος. Τοιουτοτρόπως αν είσαι χουντικός μπορεί την επόμενη της Μεταπολίτευσης να δηλώσεις, ευθαρσώς και ανερυθριάστως, «αντιστασιακός». Διότι στην Ελλάδα, σύμφωνα με τη γνωστή τσαρούχεια ρήση, «είσαι ό,τι δηλώσεις». Αν ήσουν χουντικός μέχρι μυελού οστέων μπορεί να γίνεις και υπουργός και ένθερμος υποστηρικτής της δημοκρατίας, κατακεραυνώνοντας μάλιστα αυτούς που ένοιωσαν στο σώμα, στο μυαλό και στην ψυχή τους, τι σημαίνει να υπερασπίζεσαι τη δημοκρατία.

Αλλά αυτοί, οι τελευταίοι, συνήθως δε μιλάνε, όπως δε μίλησαν και τότε στους βασανιστές τους. Μιλάνε οι άλλοι, που ήταν εξόριστοι στα ένδοξα Παρίσια από έξι μηνών και η Χούντα τους καταδίκασε να τρώνε κρουασάν αντί για το ελληνικότατο κουλούρι. Εντάξει, εκεί στο Παρίσι δε μιλούσαν όλοι. Μερικοί «μούγκα στη στρούγκα», σαν εκείνον που έφυγε σαν κλέφτης με ψεύτικο διαβατήριο το 63, σε όλη τη διάρκεια της δικτατορίας δεν είπε μια λέξη καταδίκης και επέστεψε για να αποκαταστήσει τη δημοκρατία! Και ενώπιον ποίου, ο αθεόφοβος, ορκίστηκε πίστη στη δημοκρατία; Του χουντικού Προέδρου της «Δημοκρατίας» Φαίδωνα Γκιζίκη. Ρε, τι ζήσαμε σ’ αυτή τη χώρα!

Αλλά για να γίνουμε μια ωραία ατμόσφαιρα δε χρειάστηκε να μεταμορφωθούν μόνο οι μεν. Και οι αγωνιστές έπρεπε να κάνουν τη δική τους διαδρομή προς το «κέντρο», ώστε να συγκλίνουν με τους δε. Αφού ανέμισαν τις κόκκινες σημαίες στους δρόμους και τις πλατείες, μετά τις άλλαξαν με ροζ και μετά με πράσινες στο κοινοβούλιο, ακόμη και με μπλε για να γίνουν υπουργοί και έγινε η πολιτική τους ταυτότητα σαν τις φόρμες των ελαιοχρωματιστών, που από τις πολύχρωμες πιτσιλιές δε μπορείς να ξεχωρίσεις τι χρώμα είχαν αρχικά. Και αυτοί που κρατούσαν τη ματωμένη σημαία του Πολυτεχνείου στις πορείες, σαν υπουργοί Δημόσιας Τάξης την εποχή των μνημονίων στέλναν τα ΜΑΤ να ματώσουν τους διαδηλωτές, που διαμαρτύρονταν γιατί τους έκλεβαν τη ζωή τους και τη χώρα τους. Ποιόν να πρωτοθυμηθείς, ποιόν να ξεχάσεις;

Όσο για τους άλλους, αυτούς που χάσανε παιδιά και αδέρφια από τους ελεύθερους σκοπευτές, αυτούς που βασανίστηκαν στο κολαστήριο της ΕΑΤ- ΕΣΑ, στα αστυνομικά τμήματα ακόμη και στα νοσοκομεία, όπου λοκατζήδες και ασφαλίτες έδερναν ανηλεώς τους τραυματίες, αυτοί επιλέγουν να σιωπούν. Τουλάχιστον είναι περήφανοι που δεν κατάντησαν σαν αυτούς που περιγράφει ο στίχος του Βάρναλη «Αχ πούσαι νιότη που ‘δειχνες πως θα γινόμουν άλλος».

Τι νόημα έχουν όλα αυτά θα μου πείτε. Να είναι που, παρόλο που μας έχουν πιάσει σαν τα ψάρια μες στα δίχτυα, μνήμη ψαριού δεν αποκτήσαμε ακόμη.

Ανάρτηση στο facebook

Σχολιάστε