My Twitter Feed

10 Ιουλίου, 2022

ΕΙΔΗΣΕΙΣ.ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ:

Το δράμα μητέρας ενός παιδιού ΑμεΑ -

Κυριακή, 10 Ιουλίου, 2022

Σφοδρή η κακοκαιρία στο Ν. Κιλκίς -

Σάββατο, 9 Ιουλίου, 2022

Να αποζημιωθούν τώρα οι αγρότες -

Σάββατο, 9 Ιουλίου, 2022

Ιός: Καλπασμός εν μέσω θέρους! -

Παρασκευή, 8 Ιουλίου, 2022

Απώλειες του ζωικού κεφαλαίου -

Πέμπτη, 7 Ιουλίου, 2022

7 κυβερνητικά στελέχη στο Κιλκίς -

Πέμπτη, 7 Ιουλίου, 2022

Μεγάλη νίκη της αντιπολίτευσης -

Τετάρτη, 6 Ιουλίου, 2022

“Και κρατική αρωγή για τις ζημιές” -

Τετάρτη, 6 Ιουλίου, 2022

Ξεκίνημα του εμφυλίου σε Κιλκίς..

…με τα γεγονότα της Ποντοκερασιάς.

Του Θανάση Βαφειάδη.

Η ιστορία του Εμφυλίου στο νομό Κιλκίς αποτελείται από λευκές σελίδες. Τα βιβλία που έχουν γραφεί από ανθρώπους που συμμετείχαν στα γεγονότα της τραγικής εκείνης περιόδου μαζί με τα χειρόγραφα που δεν εκδόθηκαν και έχω στην κατοχή μου είναι ελάχιστα. Τα βιβλία επίσης και τα κείμενα που έχουν γραφεί για τη μάχη του Κιλκίς στις 4 Νοεμβρίου 1944 και τις προηγούμενες συγκρούσεις ΕΛΑΣ – ΠΑΟ και ΕΕΣ κατά την άποψη μου αφορούν εμφύλιες διαμάχες κατά τη διάρκεια της Κατοχής και όχι τον Εμφύλιο που ξεκινάει το βράδυ της 30ης Μαρτίου 1946 με την επίθεση των ανταρτών του καπετάν – Μπαρούτα στο σταθμό χωροφυλακής του Λιτοχώρου και τελειώνει στις 29 Αυγούστου 1949 με τη ήττα του Δημοκρατικού Στρατού στο Γράμμο και στο Βίτσι.

Η απροθυμία των ιστορικών ερευνητών να παρουσιάσουν στο αναγνωστικό κοινό τα όσα συνέβησαν στην περιοχή μας δεν οφείλεται στην απουσία συνταρακτικών γεγονότων, το αντίθετο μάλιστα ισχύει, αλλά στις απολύτως δικαιολογημένες επιφυλάξεις ότι αν το πράξουν θα βρεθούν στο «μάτι του κυκλώνα». Το ίδιο ακριβώς πιστεύω κι εγώ, θεωρώντας μάλιστα ότι το fb αποτελεί τη χειρότερη δυνατή επιλογή, καθώς βρίθει χρηστών που εύκολα θα καταφύγουν σε ανιστόρητα σχόλια και δύσκολα θα αναζητήσουν την τεκμηριωμένη ιστορική αλήθεια ή τουλάχιστον πτυχές της. Παρ’ όλα αυτά θα επιχειρήσω το «απονενοημένο διάβημα», θεωρώντας ότι τα όσα συνέβησαν εδώ είναι τόσο σημαντικά, που είναι ανεπίτρεπτο να παραμένουν στο σκοτάδι και στη λήθη.

Ο Εμφύλιος στο νομό Κιλκίς μεταξύ «κομμουνιστοσυμμοριτών» και «μοναρχοφασιστών», κατά την ορολογία των αντιμαχόμενων, ξεκινάει επισήμως στις 5 Ιουλίου 1946 με την επίθεση εναντίον του 4ου λόχου του 567 τάγματος πεζικού της 37ης ταξιαρχίας, που ήταν εγκατεστημένος στην Ποντοκερασιά. Την περίοδο αυτή υπάρχουν ήδη στα Κρούσια τρεις ένοπλες εαμικές ομάδες αυτοάμυνας (ο ΔΣΕ δεν έχει ιδρυθεί ακόμη) συγκροτημένες μετά την απόφαση της 2ης ολομέλειας της ΚΕ του ΚΚΕ (12-2-1946), σύμφωνα με την οποία «η εξοντωτική τρομοκρατία έπρεπε να αντιμετωπισθεί με τη μαζική λαϊκή αυτοάμυνα, αλλά «και με τα ίδια μέσα που χρησιμοποιούν οι δολοφόνοι», δηλαδή και με τα όπλα» (ΔΟΚΙΜΙΟ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΟΥ ΚΚΕ, 2011). Η απόφαση να χτυπηθεί ο λόχος, που ήταν καταυλισμένος σε αντίσκηνα σε ύψωμα που δέσποζε της Ποντοκερασιάς, λήφθηκε σε συνεδρίαση στελεχών του ΚΚΕ στο Μεταλλικό, που πραγματοποιήθηκε το τρίτο δεκαήμερο του Ιουνίου του 1946 και επικεφαλής της επιχείρησης ορίστηκε ο Γιάννης Χαριτίδης (Στράτος) από τη Ροδόπολη, ζωγράφος στο επάγγελμα. Ο λόγος της επίθεσης ήταν η παρεμπόδιση των κινήσεων των ανταρτομάδων που δρούσαν εκεί αλλά και η απάνθρωπη μεταχείριση των αριστερών οπλιτών που υπηρετούσαν στο λόχο από βαθμοφόρους ακροδεξιών πολιτικών αντιλήψεων. Η ημερομηνία της επίθεσης καθορίστηκε κατόπιν συνεννοήσεως του κομμουνιστικού πυρήνα που δρούσε στο λόχο, των κατοίκων του χωριού που στη διάρκεια της Κατοχής είχαν ταχθεί με την πλευρά του ΕΑΜ και των ενόπλων ανταρτών, ώστε ο νέος διοικητής του λόχου, λοχαγός πεζικού Μιχαήλ Στεφάνου, να μην προλάβει να αντιληφθεί τα όσα συνέβαιναν στη νέα μονάδα που τον έστειλαν να διοικήσει.

Τα γεγονότα εξελίχθηκαν ως εξής: Στις 3.15 το πρωί της 5ης Ιουλίου γυναικόπαιδα από την Ποντοκερασιά και τα γύρω χωριά, που είχαν συγκεντρωθεί από την προηγούμενη χωρίς να γίνουν αντιληπτά, με διαδήλωση κατευθύνθηκαν προς τον καταυλισμό του λόχου, τον οποίο και κύκλωσαν. Οι γυναίκες και τα παιδιά, κρατώντας φανάρια και αναμμένες δάδες, με τενεκεδοκρουσίες, κραυγές, ιαχές και εαμικά συνθήματα φώναζαν απευθυνόμενοι προς τους οπλίτες να αναλάβουν την προστασία του λαού ενώ οι σκοποί που ήταν κομμουνιστές και είχαν οριστεί από το δεκανέα Σκατζέλη, γραμματέα της κομμουνιστικής οργάνωσης που δρούσε μυστικά στο λόχο, παρέμεναν αδρανείς. Οι αξιωματικοί του λόχου πιστεύοντας ότι πρόκειται για μια συνηθισμένη εαμική διαδήλωση προχώρησαν σε συστάσεις προς τους συγκεντρωμένους για να απομακρυνθούν αλλά σε απάντηση δέχθηκαν σφοδρό λιθοβολισμό. Η εξέλιξη των γεγονότων περιγράφεται στον Α’ τόμο της ΔΙΣ, που εκδόθηκε το 1971 και σήμερα είναι δυσεύρετος γιατί έχει αποσυρθεί μετά το 1981: «Ταχέως εις τον καταυλισμόν του λόχου εδημιουργήθη σοβαρά αναταραχή. Η κατάστασις επεδεινώθη όταν μετά των γυναικοπαίδων ηνώθησαν και αρκετοί οπλίται κομμουνισταί του λόχου, φωνάζοντες και αυτοί «ότι είναι αίσχος παιδιά του λαού, να γίνωνται όργανα του φασισμού». Οι αξιωματικοί προσεπάθησαν να πείσωσι τους στρατιώτας, οι οποίοι ηνώθησαν με τους διαδηλωτάς, να επιστρέψωσιν εις τον καταυλισμόν, χωρίς όμως αποτέλεσμα.

Αιφνιδίως η κατάστασις μετεβλήθη. Τα μαινόμενα μέχρι της στιγμής εκείνης γυναικόπαιδα απεμακρύνθησαν αποκαλύψαντα την όπισθεν αυτών περιοχήν και ο καταυλισμός του λόχου εδέχθη εξ εγγυτάτης αποστάσεως, πυρά αυτομάτων όπλων και μεμακρυσμένα πυρά πολυβόλου επισημασμένης βολής. Όπισθεν των γυναικοπαίδων είχον πλησιάσει και καταλάβει επικαίρους θέσεις ομάδες Κ/συμμοριτών, οίτινες την κατάλληλον στιγμήν και όταν τα πάντα ήσαν έτοιμα και αι εκδηλώσεις των γυναικοπαίδων διεκόπησαν, ήρχισαν προσβάλοντες τον λόχον.

Ταυτοχρόνως, οι μεμυημένοι κομμουνισταί οπλίται του λόχου, όσοι δεν είχον εξέλθει του καταυλισμού, βάσει του σχεδίου, ήρχισαν πυροβολούντες εκ των αντισκήνων των κατά των συναδέλφων των. Η ενέργεια των Κ/συμμοριτών εστέφθη υπό επιτυχίας. Μεταξύ των οπλιτών επεκράτησε σύγχισις και αταξία, ήτις μετετράπη εις πανικόν, όταν ο καταυλισμός εδέχθη 8-10 βολάς όλμων. Επηκολούθησε διάλυσις και φυγή προς όλας τας κατευθύνσεις».

Ο διοικητής του λόχου ελαφρά τραυματισμένος μαζί με 2 αξιωματικούς και 9 οπλίτες διέφυγε στο σταθμό χωροφυλακής Παροχθίου, στον οποίο έφθασαν γύρω στις 6.30 το πρωί της 5ης Ιουλίου. Οι αντάρτες πήραν τον οπλισμό του λόχου μαζί με τρόφιμα, ιματισμό, μουλάρια και ένα αυτοκίνητο και κατευθύνθηκαν στο Μπέλες. Το σύνολο της δύναμης των ανταρτών που έλαβαν μέρος στην επιχείρηση ανέρχονταν σε 100 και κατά την αποχώρηση τους ακολούθησαν και 40 ομοϊδεάτες τους οπλίτες του λόχου με επικεφαλής το δεκανέα Σκατζέλη. Ο απολογισμός των απωλειών του λόχου ήταν 7 οπλίτες νεκροί και 33 τραυματίες.

Μέρος 2o

Το Γ’ Σώμα Στρατού υπό την αντιστράτηγο Κων. Βεντήρη και η Χ μεραρχία υπό τον σ/χη Γ. Παπαγεωργίου μόλις πληροφορήθηκαν την επίθεση εναντίον του λόχου της Ποντοκερασιάς οργάνωσαν επιχειρήσεις για την εξόντωση των ανταρτών. Η 37η ταξιαρχία συγκρότησε 3 αποσπάσματα καταδίωξης, τα οποία το πρωί της 5ης Ιουλίου κινήθηκαν προς τις κατευθύνσεις της Ποντοκερασιάς, Μουριών και Αγίας Παρασκευής. Το απόσπασμα προς την Ποντοκερασιά έφθασε το απόγευμα της ίδιας ημέρας όταν οι αντάρτες είχαν πλέον αποχωρήσει και προχώρησε σε συλλήψεις υπόπτων, περισυλλογή των νεκρών, ανεύρεση των οπλιτών που κρύβονταν και του διασκορπισμένου υλικού.

Η πανωλεθρία μονάδας του νέου ελληνικού στρατού την ανασυγκρότηση του οποίου είχε αναλάβει ο Άγγλος στρατηγός Ρόλλιγκς έχοντας στη διάθεση του 260 Άγγλους αξιωματικούς και 760 άλλους Άγγλους στρατιωτικούς (ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΑ ΝΕΑ 22-2-1946) αποδόθηκε στον λοχαγό Στεφάνου. Η ημερήσια διαταγή της 6-8-1946 επεσήμαινε ότι «το περιστατικόν είναι αποκαρδιωτικόν» και ότι ο λοχαγός «ελησμόνησεν ότι τα πειθαρχημένα πυρά ενός λόχου είναι κάτι φοβερόν και μεγάλης διαρκείας και τόσης, ώστε να φθάσωσιν αι επικουρίαι του, όσον μακράν αν ήσαν. Τίποτε δεν μπορεί να ανατρέψη ένα λόχον, όταν η προσβολή δεν συνοδεύεται από πυροβολικόν». (Ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΣΤΡΑΤΟΣ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΑΝΤΙΣΥΜΜΟΡΙΑΚΟΝ ΑΓΩΝΑ 1946-49, ΔΙΣ 1971)

Στις 12 το μεσημέρι της 6ης Ιουλίου έγινε στη μητρόπολη του Κιλκίς η κηδεία των 7 στρατιωτών με παρουσία του μητροπολίτη Πολυανής και Κιλκισίου Ιωακείμ, του διοικητή της Χ μεραρχίας, του νομάρχη Κιλκίς Γ. Παπαδόπουλου, των βουλευτών του Λαϊκού κόμματος Αντωνιάδη και Βογιατζή, του δημάρχου Κιλκίς Κτενίδη και των εθνικοφρόνων σωματείων και οργανώσεων.

Η ανταρτοομάδα που διενήργησε την επίθεση διασπάστηκε σε τρία τμήματα αναζητώντας διεξόδους διαφυγής αλλά από τις 9 Ιουλίου βρέθηκε σε δυσμενή θέση εγκλωβισμένη σε ασφυκτικό κλοιό. Μέχρι τις 12 Ιουλίου ο μεγαλύτερος αριθμός των ανταρτών μετά από μάχες στο Διάσελο της Ποντοκερασιάς και τον Άγιο Αντώνιο είχε εξοντωθεί ενώ οι συλληφθέντες μεταφέρθηκαν στο Κιλκίς για να ανακριθούν.

Στην πόλη του Κιλκίς οι αρχές προχώρησαν σε αθρόες συλλήψεις δημοκρατικών πολιτών, οι περισσότεροι των οποίων δεν είχαν καμία σχέση με τα γεγονότα. Στις 23 Ιουλίου ο βουλευτής του κόμματος των Φιλελευθέρων Επαμεινώνδας Σωτηριάδης σε επερώτηση του προς τους υπουργούς Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως ανέφερε: «Την επομένην των γεγονότων της Ποντοκερασιάς ενηργήθησαν εν τη πόλει Κιλκίς αθρόαι συλλήψεις πολιτών. Οι συλληφθέντες ανέρχονται εις πεντήκοντα μεταξύ δε αυτών είνε γέρων πρώην βουλευτής, επιστήμονες, έμποροι, δημόσιοι υπάλληλοι και τοιούτοι διαφόρων οργανισμών. Ίσως θα ήτο άτοπος η διευκρίνησις ότι εκ των συλληφθέντων ικανός αριθμός είνε δημοκρατικοί ανήκοντες εις το κόμμα των Φιλελευθέρων και τα άλλα του Κέντρου, οι δε λοιποί εις το ΕΑΜ και το ΚΚΕ. Δεν θα ήτο δε ορθή η διευκρίνησις αυτή διότι κατά κόρον και υπέρ κόρον διεκηρύχθη από επίσημα χείλη ότι το πολιτικόν φρόνημα των πολιτών δεν βαρύνει προκειμένης εφαρμογής των νόμων. Εν τούτοις συνεπληρώθησαν 15 ημέραι από της συλλήψεως των ανωτέρω χωρίς να έχει απαγγελθεί κατ’ αυτών κατηγορία τις ουδέ να κληθώσιν εις απολογίαν, κρατούνται δε εν αυστηρά απομονώσει μη επιτρεπομένης της επικοινωνίας ούτε μετά των οικείων ούτε μετά των συνηγόρων» (ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ 24-7-1946)

Στις 29 Ιουλίου στο έκτακτο στρατοδικείο Κιλκίς που συγκροτήθηκε με βάση το περίφημο Γ’ ψήφισμα (18-6-1946) άρχισε η δίκη των κατηγορουμένων για τα αιματηρά γεγονότα της Ποντοκερασιάς. Από τους 69 κατηγορούμενους 48 ήταν πολίτες που κατηγορούνταν ως ηθικοί αυτουργοί και 21 στρατιώτες του λόχου της Ποντοκερασιάς που στασίασαν και ενώθηκαν με τους αντάρτες (ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ 30-7-1946). Από τους στρατιώτες 14 ήταν παρόντες και 7 δεν είχαν συλληφθεί. Στις 6 Αυγούστου άρχισαν οι απολογίες των κατηγορουμένων, μεταξύ των οποίων συμπεριλαμβάνονταν πολύ γνωστά ονόματα του Κιλκίς, άλλοι εκ των οποίων υποστήριξαν ότι ήταν μεν μέλη του ΚΚΕ αλλά όχι σημαίνοντα στελέχη του και άλλοι ότι ουδεμία σχέση είχαν με το ΚΚΕ.

Στις 10 Αυγούστου ο Βασιλικός Επίτροπος ζήτησε την καταδίκη σε θάνατο 7 πολιτών και 7 στρατιωτών. Στις 16 Αυγούστου σύμφωνα με δημοσίευμα του ΕΜΠΡΟΣ εκτελέστηκαν πίσω από το Ηρώο του λόφου οι Γεώργιος Αναστασιάδης (δάσκαλος του χωριού), Κ. Αραβίδης (γεωργός), Αγαθάγγελος Σκαλιστήρας (γεωργός), Παναγιώτης Χαναυτίδης (ιδιώτης), Γεώργιος Σκαντζέλης (Δεκανέας), Χρήστος Βερβεράκης (στρατιώτης), Ισαάκ Αλεξανδρίδης (στρατιώτης), Ε. Δαμιανός (στρατιώτης), Αβραάμ Τσολακίδης (στρατιώτης), ενώ δεν εκτελέστηκε ο στρατιώτης Γ. Καρακάσης, διότι ανέμεναν την επιβεβαίωση της ποινής από την Αθήνα.

Στην προηγούμενη και στην παρούσα ανάρτηση τα όσα έγραψα ήταν κατά βάσιν η άποψη της μιας πλευράς όπως εύκολα μπορεί να διαπιστώσει κανείς από τις πηγές των κειμένων που παρέθεσα (πλην της αναφοράς για τη 2η ολομέλεια).

Στην επόμενη ανάρτηση θα καταθέσω και την άποψη της άλλης πλευράς. Όχι ότι αυτό έχει κάποια ιδιαίτερη σημασία, αφού ουδείς πρόκειται να αναθεωρήσει την άποψη που έχει ήδη διαμορφώσει αλλά τουλάχιστον θα τηρηθεί η αρχή που διατυπώνεται από το αρχαίο ρητό: «Μηδενί δίκην δικάσεις, πριν αμφοίν μύθον ακούσεις».

Μέρος 3ο

Τα γεγονότα της Ποντοκερασιάς διαδραματίζονται σε μια εποχή που τρομοκρατία της άκρας δεξιάς είχε ξεπεράσει κάθε όριο. «Ξαναζή η Κατοχή!» έγραφε η σοσιαλιστική εφημερίδα ΜΑΧΗ στις 13-1-1946: «Ποτέ σε καμμιά στιγμή, ύστερα από την απελευθέρωση της επαρχίας από το ΕΑΜ, ύστερα από το Δεκέμβρη η τρομοκρατία δεν πήρε τόσο έντονη, τόσο άγρια, τόσο απροκάλυπτη μορφή. Ο τρόμος βασιλεύει στις περισσότερες επαρχίες. Οι ξυλοδαρμοί, οι κακοποιήσεις των δημοκρατικών πολιτών, οι φόνοι, οι αγριότητες κάθε είδους υπερβαίνουν κάθε δυνατότητα περιγραφής. Η δημόσια ασφάλεια είναι ανύπαρκτη και φυσικά η οικονομική ζωή έχει παραλύσει. Η πραγματική εξουσία των δοσιλογικών και φασιστικών στοιχείων, που έχει εγκατασταθή σε όλη την Ελλάδα και την τυραννεί ένα σχεδόν χρόνο τώρα, ποτέ δεν υπήρξε τόσο γυμνή στους σκοπούς της, τόσο ξέσκεπη στην πρόθεσή της να πνίξη το λαϊκό φρόνημα».

Το όργιο της τρομοκρατίας στο Ν. Κιλκίς καταγράφεται σε ανέκδοτο κατάλογο που συνέταξαν οι εαμικές οργανώσεις που τιτλοφορείται «Αριθμητικός πίνακας ενεργειών εθνοφυλακής, χωροφυλακής και ενόπλων μπράβων σε βάρος δημοκρατικών πολιτών από της εγκατάστασης της εθνοφυλακής μέχρι 14 Μαΐου 1946». Στον κατάλογο αναφέρονται ανά χωριό του Κιλκίς τα ονοματεπώνυμα των θυτών και των θυμάτων και περιγράφονται οι τρομοκρατικές ενέργειες με την ημερομηνία τέλεσης τους. Καταγράφονται 286 μπλόκα σε χωριά και συνοικίες, 181 τρομοκρατικές έρευνες ομαδικές, 2082 συλλήψεις, 1205 ξυλοδαρμοί, 42 κακοποιήσεις και βασανιστήρια, 75 τραυματισμοί, 7 απόπειρες φόνου, 31 φόνοι, 6 βιασμοί γυναικών, 6 απόπειρες βιασμού, 46 κουρέματα γυναικών, 38 τρομοκρατικοί πυροβολισμοί, 15 καταστροφές γραφείων, οργανώσεων και κομμάτων, 10 καταστροφές σπιτιών, 11 περιπτώσεις κατάσχεσης και απαγόρευσης κυκλοφορίας του δημοκρατικού Τύπου. Ανάλογα στοιχεία υπάρχουν και στην έκθεση του Δημοκρατικού Στρατού στον ΟΗΕ τον Μάρτιο του 1947. Τα παραπάνω αρκούν για να εξηγήσουν γιατί αριστεροί πολίτες εξαναγκάστηκαν να βγουν στο βουνό και να συστήσουν ένοπλες ομάδες αυτοάμυνας.

Σχετικά με τα δημοσιεύματα των εφημερίδων για τα γεγονότα της Ποντοκερασιάς εγείρονται σοβαρές αμφιβολίες για την αξιοπιστία τους, καθώς τα αναγραφόμενα προσκρούουν στους κανόνες της κοινής λογικής. Εύλογα θα διερωτηθεί κάποιος πώς είναι δυνατόν σε συνθήκες αυστηρής αστυνόμευσης και στενής παρακολούθησης των αριστερών πολιτών ένας απίστευτα μεγάλος αριθμός από αυτούς και μάλιστα γυναικόπαιδα κατάφεραν να κατευθυνθούν από διάφορα χωριά του Κιλκίς προς την Ποντοκερασιά χωρίς να γίνουν αντιληπτά ούτε από τις αρχές, ούτε από τους πληροφοριοδότες, ούτε από τους πολιτικά αντίθετους, ούτε από το στρατό που βρισκόταν σε αυξημένη επιφυλακή μετά τις επιθέσεις ανταρτών στη Νάουσα την 1η Ιουλίου και την επίθεση στο σταθμό χωροφυλακής Ειδομένης στις 3 Ιουλίου, μόλις δύο ημέρες πριν. Ακόμη πιο παράλογη φαντάζει η εκδοχή ότι οι υπεύθυνοι της επιχείρησης, εμπειροπόλεμοι από τη συμμετοχή τους στο πρώτο αντάρτικο, επέλεξαν να χάσουν το πλεονέκτημα του αιφνιδιασμού χρησιμοποιώντας 800 γυναικόπαιδα που έκαναν διαδήλωση φωνάζοντας εαμικά συνθήματα στις 3.15πμ μέσα στο βαθύ σκοτάδι. Κι εδώ επίσης προκύπτει το εύλογο ερώτημα: Αφού οι σκοποί που είχαν οριστεί ήταν δικοί τους και δε θα σήμαιναν συναγερμό γιατί οι αντάρτες δεν επέλεξαν να πιάσουν τους στρατιώτες στον ύπνο αλλά προτίμησαν να τους ξυπνήσουν με ιαχές και τενεκεδοκρουσίες και να τους δώσουν την ευκαιρία να πάρουν τα όπλα τους και να έχουν το χρόνο να οργανώσουν την άμυνά τους; Γνωστός συμπολίτης μας του οποίου ο 15χρονος τότε πατέρας ήταν κατηγορούμενος στη δίκη που ακολούθησε και αθωώθηκε με διαβεβαίωσε ότι οι κάτοικοι του χωριού ούτε συμμετείχαν στην επιχείρηση, ούτε κανενός είδους ανάμειξη είχαν, εκτός μιας γυναίκας που λειτουργούσε ως σύνδεσμος των ανταρτών. Οι κάτοικοι, σύμφωνα πάντα με την ίδια μαρτυρία, το μόνο που έκαναν ήταν να πάνε το πρωί στο πεδίο της μάχης όπου και αντίκρισαν τους 7 νεκρούς στρατιώτες δεμένους όλους μαζί με συρματόπλεγμα και με τα λαρύγγια ανοιγμένα από ξιφολόγχη. Το ερώτημα αν οι 7 νεκροί ήταν εθνικόφρονες που οι αντάρτες μέσα στον ορυμαγδό της μάχης κατάφεραν να ξεχωρίσουν, να δέσουν και να εκτελέσουν εν ψυχρώ ή αριστεροί φαντάροι που εκτελέστηκαν από τους Χίτες του λόχου είναι αδύνατον να απαντηθεί με βεβαιότητα. Όσο κι αν φαντάζει ακραία η δεύτερη εκδοχή η αναδίφηση της ιστορίας του Εμφυλίου έχει να μας δώσει πολλά παραδείγματα διαστρέβλωσης της πραγματικότητας για προπαγανδιστικούς λόγους. Ενδεικτικά αναφέρω τη φρικιαστική σφαγή της Ξηρόβρυσης στις 20-11-1946 από ακροδεξιές παρακρατικές συμμορίες, η οποία αποδόθηκε στους κομμουνιστές όχι μόνο από σύσσωμο τον δεξιό Τύπο αλλά και από επίσημα κυβερνητικά χείλη όπως του Γενικού Διοικητή Μακεδονίας Τζηρίδη, ο οποίος μετά από περιοδεία στο Κιλκίς σε συνέντευξη του δήλωνε: «Η κατάστασις είνε πράγματι τραγική εις την επαρχίαν ταύτην, εις την οποίαν οι κομμουνισταί και συμμορίται κατέστρεψαν 13 χωρία ολικώς ή μερικώς. Μεταξύ τούτων είναι και η Ξηρόβρυση δια την οποίαν τόσον θόρυβον έκαμεν ο κομμουνιστικός τύπος και οι ενταύθα ηγέται του ΕΑΜ φροντίσαντες να μεταδώσουν όσο το δυνατόν μεγαλυτέρας ανακριβείας ακόμη και προς τα Ηνωμένα Έθνη με σκοπόν να δυσφημήσουν το κράτος και την Ελλάδα (ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ 30-11-1946).

Ως προς τη συμμετοχή Βουλγάρων ή Γιουγκοσλάβων που έδρασαν από κοινού με τους αντάρτες, σύμφωνα με τα δημοσιεύματα του δεξιού Τύπου, ουδείς εξ αυτών συνελήφθη ή εθεάθη από αυτόπτες μάρτυρες ούτε οι βουλγαρικές ταυτότητες που δήθεν ανευρέθηκαν στους συλληφθέντες αντάρτες παρουσιάστηκαν ως τεκμήρια στη δίκη που επακολούθησε. Τα μυθεύματα αυτά ήταν ενταγμένα στην προπαγάνδα περί Εαμοβουλγάρων που έπρεπε να εξοντωθούν σε ένα νέο Μακεδονικό αγώνα, όπως έγραφε το ΦΩΣ στις 10-7-1946: «Αι συμμορίαι των οχρανιτών αδελφωμέναι με τους αναρχικούς, έδωκαν το σύνθημα. Ο μακεδονικός αγών αρχίζει και πάλιν. Αι ψυχαί των μακεδονομάχων, των ηρώων του ‘13 και όλων των άλλων υπερασπιστών της μακεδονικής πατρίδος, ας ευλογήσουν τον αγώνα. Φωτιά και τσεκούρι εις τους δολοφόνους!». Οι πραγματικοί Μακεδονομάχοι βεβαίως, όπως ο Δημήτριος Τσιτσίμης, πρόεδρος της κοινότητας Κιλκίς το 1921-22, οδηγήθηκαν ως κατηγορούμενοι στο έκτακτο στρατοδικείο που ακολούθησε. Μάρτυρες κατηγορίας κατηγόρησαν χωρίς ντροπή αυτόν που πολέμησε τους Βουλγάρους υπό τις διαταγές του Τσιρογιάννη και του Μαζαράκη ότι «κατά την περίοδον της κατισχύσεως του ΕΑΜ «εφόρεσε βουλγαρικήν στρατιωτικήν στολήν», ότι κατά την Κατοχήν συνανεστρέφετο με Βουλγάρους και ότι είχε μεταβή και εις Βουλγαρίαν!». Περιττό να τονισθεί ότι αυτοί που ήταν πυρ και μανία με την ανάμιξη ξένων στα εσωτερικά μας ουδόλως ενοχλούνταν από την παρουσία και τη δράση της πολυπληθούς Βρετανικής Στρατιωτικής Αποστολής στην Ελλάδα. Αυτοί επίσης που πάσχιζαν να ανακαλύψουν κάποιον Σέρβο παρτιζάνο στο Μπέλες αδυνατούσαν να διακρίνουν ένα ολόκληρο εγγλέζικο τάγμα που είχε στρατωνισθεί στις εγκαταστάσεις του στρατοπέδου Καμπάνη, αφήνοντας τους Έλληνες στρατιώτες της 37ης ταξιαρχίας να διαμένουν σε αντίσκηνα στημένα στα παρακείμενα χωράφια.

Τα γεγονότα της Ποντοκερασιάς άνοιξαν τον ασκό του Αιόλου για τα όσα τραγικά επρόκειτο να ακολουθήσουν. Και από αυτά δεν επρόκειτο να εξαιρεθούν ούτε τα γυναικόπαιδα, τα οποία η φιλομοναρχική ΕΣΤΙΑ φρόντισε να στοχοποιήσει γράφοντας στις 9-7-1946: «…Γυναίκες και παιδιά είνε στρατιώται και εκτελεσταί, εξίσου άγριοι και θηριώδεις με τους χειρότερους ενηλίκους. Ο ελληνικός στρατός πρέπει να το έχη υπόψει του». Ήταν ένα μήνυμα με αποδέκτες όχι μόνο τους στρατιώτες αλλά και τους «άνευ θητείας» χωροφύλακες και τους παρακρατικούς ταγματαλήτες. Συνεπώς δε χρειάζεται να αναζητήσει κανείς τους ηθικούς αυτουργούς για το νέο Δίστομο που ακολούθησε και αυτή τη φορά είχε το όνομα Ξηρόβρυση.

Η περίπτωση της Ποντοκερασιάς απέδειξε πόσο σοβαρή ήταν η «διάβρωση» του στρατεύματος από τα αριστερά στοιχεία και η απάντηση της στρατιωτικής ηγεσίας και των διοικήσεων ήρθε με τη λήψη μέτρων επαγρύπνησης και αυστηρότητας. Η εκκαθάριση από τα αριστερά στοιχεία επεκτάθηκε σε ευρεία έκταση σε όλες τις μονάδες. Στις 19 Φεβρουαρίου 1947 ο Α/ΓΕΣ, εισηγήθηκε στον υπουργό των Στρατιωτικών Γεώργιο Στράτο, την οργάνωση 3 στρατοπέδων: Ένα στη Μακρόνησο για τους στρατεύσιμους, ένα στο Τρίκερι για τους ύποπτους άνδρες και γυναίκες των εκκαθαρισμένων περιοχών και ένα στα Γιούρα (Γυάρο) για τους φυλακισμένους (πολιτικούς κρατούμενους). Η κυβέρνηση ενέκρινε την πρόταση του ΓΕΣ στις 3 Απριλίου 1947 και από τον Μάιο του ίδιου έτους ξεκίνησε η μεταφορά στο κολαστήριο της Μακρονήσου οποιουδήποτε στρατιώτη δεν ήταν καταφανώς αντίθετος προς την Αριστερά.

Ανάρτηση στο facebook

Σχολιάστε