My Twitter Feed

6 Αυγούστου, 2021

ΕΙΔΗΣΕΙΣ.ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ:

Κι ο ιός τραβάει την ανηφόρα… -

Παρασκευή, 6 Αυγούστου, 2021

Συνελήφθη με 22 δενδρύλλια κάνναβης -

Παρασκευή, 6 Αυγούστου, 2021

Το ΚΚΕ για τις πυρκαγιές σε Κιλκίς -

Παρασκευή, 6 Αυγούστου, 2021

Έσβησε η φωτιά στη περιοχή Ν. Σάντας -

Παρασκευή, 6 Αυγούστου, 2021

“Καμίνι” πάντα το Γυναικόκαστρο -

Τετάρτη, 4 Αυγούστου, 2021

Έσβησε η φωτιά στη μεθόριο -

Τετάρτη, 4 Αυγούστου, 2021

Παρουσίαση εφαρμογής για Υγεία -

Τετάρτη, 4 Αυγούστου, 2021

Χωρίς νερό εν μέσω καύσωνα! -

Τρίτη, 3 Αυγούστου, 2021

Πυρκαγιές σε προπολεμικό Κιλκίς

Του Θανάση Βαφειάδη.


Σε μια πόλη σαν το Κιλκίς, με τα ξύλινα στοιχεία να κυριαρχούν στις οικοδομές και την λέξη πυρασφάλεια να είναι άγνωστη στο λεξιλόγιο των κατασκευαστών, ο κίνδυνος πυρκαγιάς αποτελούσε μόνιμη απειλή. Θερμάστρες και καπνοδόχοι που εφάπτονταν σε σανιδένια πατώματα και ξύλινες τοιχοποιίες ή ακόμα και η απροσεξία κάποιου καπνιστή μπορούσαν να μεταβάλουν σε παρανάλωμα της φωτιάς όχι μόνο μεμονωμένα κτήρια αλλά και ολόκληρα τμήματα της πόλης. Εκτός από τα εύφλεκτα δομικά υλικά και η διάταξη των κτισμάτων, με τις ξύλινες παράγκες να αγκαλιάζονται ασφυκτικά με τα παλιά κτήρια τα κατασκευασμένα με τσατμά και μπαγδατί, διευκόλυναν την αστραπιαία μετάδοση της φωτιάς. Το ξέσπασμα μιας πυρκαγιάς ήταν πραγματικός εφιάλτης, καθώς δεν υπήρχε πυροσβεστική υπηρεσία και η πυρόσβεση αφηνόταν στις δυνατότητες των στρατιωτών και στην εγρήγορση των κατοίκων.

Μετά την πυρκαγιά του 1923, που αποτέφρωσε τρία καταστήματα και κατέστρεψε σχεδόν ολοσχερώς άλλα τόσα, γιατί έλλειπαν παντελώς τα πυροσβεστικά μέσα, το κοινοτικό συμβούλιο αποφάσισε να λάβει μέτρα, τα οποία όμως έμειναν στα χαρτιά.

Το ίδιο συνέβη και την επόμενη χρονιά όταν μετά την πυρκαγιά της 18ης Μαΐου 1924 που εκδηλώθηκε στην αγορά της πόλης, το κοινοτικό συμβούλιο αποφάσισε την κατασκευή «κινητής παρακαταθήκης ύδατος». Σύμφωνα με τη σχετική απόφαση, επειδή αργούσε η εκτέλεση των υδραυλικών έργων, θα κατασκευαζόταν ένας κάδος χωρητικότητας 500 οκάδων, ο οποίος θα τοποθετούνταν σε δίτροχο κάρο εγκατεστημένο στο κέντρο της πόλης, ώστε να μπορεί να μεταφερθεί ταχύτατα στον τόπο εκδήλωσης της πυρκαγιάς. Αλλά και αυτή η απόφαση λήφθηκε απλώς για να συμπληρώνει τις σελίδες του βιβλίου των αποφάσεων του κοινοτικού συμβουλίου.

Οι πυρκαγιές δεν έλειψαν από τη ζωή της πόλης και το 1927. Οι φλόγες μιας τέτοιας πυρκαγιάς, που ξέσπασε από άγνωστη αιτία στις 2 τα μεσάνυκτα της 23ας Μαρτίου, λίγο έλειψαν να καταβροχθίσουν το κτήριο του γυμνασίου Κιλκίς.

Η σχετική ανταπόκριση περιέγραφε τις αγωνιώδεις προσπάθειες των κατοίκων και ιδιαίτερα των Στενημαχιτών να σώσουν το φλεγόμενο κτήριο: «Καμπάνες, πυροβολισμοί, συρίκτραι όλα ετέθησαν εν ενεργεία και εντός ολιγολέπτου χρονικού διαστήματος η πόλις όλη ευρίσκετο επί ποδός. Περικυκλωμένον το καιόμενον κτίριον του γυμνασίου από πολυαρίθμους θεατάς εξακολουθούσε να καίεται χωρίς καμμίαν αντίδρασιν και υπό τα όμματα τοιούτων θεατών. Εξάπαντος δε θα απετεφρώνετο τούτο, εάν δεν έσπευδον οι εκ Στενημάχου πρόσφυγες, οίτινες είναι και οι σωτήρες του σχολικού μας κτιρίου και εις τους οποίους αξίζει ένα μεγάλο εύγε. Τα αίτια της πυρκαϊάς δεν εξηκριβώθησαν. Μάλλον πρόκειται περί τυχαίας πυρκαϊάς» (ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ 26-3-1927).

Από τη μανία της φωτιάς κινδύνεψε λίγους μήνες αργότερα και το νεόδμητο κτήριο της Εθνικής Τράπεζας: «Εις το εν Κιλκίς υποκατάστημα της Εθνικής τραπέζης εξερράγη πυρκαϊά εξ απροσεξίας του θυρωρού. Η προκύψασα ζημία δεν υπερβαίνει τας 25 χιλ. δραχμών» (ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ 18-7-1927). Ευτυχώς και τα δυο αυτά σημαντικά κτήρια της πόλης, το Γυμνάσιο και η Τράπεζα, σώθηκαν και εξακολουθούν, μετά την αποκατάστασή τους, να κοσμούν την πόλη μας.

Στην απόφαση του Κοινοτικού Συμβουλίου της 12ης Οκτωβρίου 1929 τίθεται ζήτημα ίδρυσης πυροσβεστικής υπηρεσίας της Κοινότητας και η προμήθεια πυροσβεστικού αυτοκινήτου. Η σχετική διερεύνηση έδειξε ότι ο δήμος Θεσσαλονίκης διέθετε δυο πυροσβεστικά οχήματα διαφορετικού είδους με αξία του καθενός 280.000 δρχ., ποσό υπερβολικό για τις οικονομικές δυνατότητες της Κοινότητας.

Το 1934 καμία κρήνη δεν υπήρχε στο κεντρικότερο σημείο της πόλης, την αγορά, γεγονός που έκανε τον επαγγελματικό κόσμο να διαμαρτύρεται αλλά και τους χωρικούς που κατέβαιναν με τα ζώα τους στο βδομαδιάτικο παζάρι να υποφέρουν από το μαρτύριο της δίψας.

Για τους λόγους αυτούς αλλά και για να αντιμετωπιστεί ο κίνδυνος ενδεχόμενης πυρκαγιάς το κοινοτικό συμβούλιο στην συνεδρίαση της 31ης Μαΐου 1934 αποφάσισε την κατασκευή «επαρκούς αριθμού» κρηνών. Με την ίδια απόφαση προτάθηκε «να επεκταθή το υδραυλικόν δίκτυον εις τον τόπον του αλωνίσματος δια να εφοδιασθούν οι αλωνίζοντες με πόσιμον ύδωρ και να προστατευθούν από ενδεχόμενην πυρκαΐάν».

Τελικά ο δήμος αξιώθηκε να αποκτήσει πυροσβεστική αντλία, την οποία περιγράφει ο Σταύρος Λίβας στο βιβλίο του “Η παλιά, μικρή μας πόλη”: «Ήταν ένα ολοκαίνουριο κόκκινο αυτοκίνητο μ’ ένα τετράγωνο ντεπόζιτο νερού που στην κάθε του πλευρά ήταν γραμμένο με μεγάλα γράμματα «ΔΗΜΟΣ ΚΙΛΚΙΣ». Το είχαν απέναντι από το Δημαρχείο, στο μεγάλο οικόπεδο, όπου υπήρχανε ακόμα τα ερείπια από τον παλιό, τον πρώτο κινηματογράφο της πόλεώς μας (του Θεοδοσιάδη, λέγανε) που είχε καεί. Για πολλές μέρες τα παιδιά, μαζεμένα γύρω – γύρω περιεργάζονταν με θαυμασμό το καινούριο αυτοκίνητο. Δεν ήταν όμως λίγοι και οι μεγάλοι που παρατούσαν τις δουλειές τους κι έρχονταν να το δουν. Μερικά παιδιά, μάλιστα, τα πιο τολμηρά, ανέβαιναν στα δύο μικρά «μπαλκόνια» με τα κάγκελα που υπήρχαν από την μία κι από την άλλη μεριά του ντεπόζιτου. Και καμάρωναν για το κατόρθωμά τους προκαλώντας την ζήλια των άλλων». Αυτό κάναμε κι εμείς σαν παιδιά τη δεκαετία του 70, ώσπου κάποια στιγμή τα ίχνη της χάθηκαν.

Το όχημα αυτό το ξαναβρήκα στο υδραγωγείο της Κάτω Ποταμιάς όταν αναζητούσα υλικό για το λεύκωμα μου «Ο υδάτινος κόσμος του Κιλκίς». Δεν μπορώ να σας κρύψω ότι συγκινήθηκα όταν ξαναείδα την υδροφόρα που με τις βεντάλιες του νερού δρόσιζε μαζί με τους δρόμους της πόλης και τις παιδικές ψυχές μας. Δεν μπορώ επίσης να σας κρύψω ότι με θλίβει το γεγονός ότι τα τεκμήρια της μικροϊστορίας της πόλης μας εγκαταλείπονται στη λήθη με αυτόν τον ανάξιο τρόπο.

Ανάρτηση στο facebook

Σχολιάστε