My Twitter Feed

23 Νοεμβρίου, 2021

ΕΙΔΗΣΕΙΣ.ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ:

Το “ευχαριστώ” στο προσωπικό -

Τρίτη, 23 Νοεμβρίου, 2021

Αρχαιολογικός χώρος στη Τούμπα -

Τρίτη, 23 Νοεμβρίου, 2021

Ιός: Γυρίσαμε ΄έναν χρόνο πίσω! -

Δευτέρα, 22 Νοεμβρίου, 2021

Επίσκεψη Τράγκα στο ν. Κιλκίς -

Δευτέρα, 22 Νοεμβρίου, 2021

Ξεκινά το κτήριο νέου Γηροκομείου -

Δευτέρα, 22 Νοεμβρίου, 2021

“Είμαι παρών, κατεβαίνω εκλογές” -

Σάββατο, 20 Νοεμβρίου, 2021

Ιός: Σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα -

Παρασκευή, 19 Νοεμβρίου, 2021

Δωρεάν τεστ σε οικισμούς -

Παρασκευή, 19 Νοεμβρίου, 2021

Τo παραδοσιακό όργωμα

Του Θανάση Βαφειάδη.


Βλέποντας τις ημέρες αυτές τους αγρότες μας ανεβασμένους σε μεγάλους σύγχρονους γεωργικούς ελκυστήρες να επιδίδονται στην άροση, την πρώτη από τον κύκλο των γεωργικών εργασιών, σκέφθηκα να γράψω για τον παραδοσιακό τρόπο οργώματος των χωραφιών. Ο τρόπος αυτός με χρήση του ησιόδειου αρότρου διατηρήθηκε μέχρι τη δεκαετία του 1920, η έλξη όμως του σιδερένιου αρότρου με τη χρησιμοποίηση ζώων διήρκεσε μέχρι τη δεκαετία του 1960.

Ο γεωργός που αναλάμβανε το όργωμα ονομαζόταν «ζευγολάτης» ή «ζευγάς» και προσπαθούσε να οργώσει το χωράφι όσο το δυνατόν πιο κοντά στα όρια του, ώστε να μη μείνει κάποιο τμήμα του χωρίς να οργωθεί. Για το λόγο αυτό ρύθμιζε το αλέτρι του για να είναι όσο το δυνατό πιο κοντά στα άκρα του ζυγού, κι αυτό λεγόταν «παραβόλιασμα». Όσο καλό όμως κι αν ήταν το παραβόλιασμα πάντα έμεναν ανόργωτες λωρίδες. Τις λωρίδες αυτές έσκαβε με τη τσάπα ο βοηθός του, που συνήθως ήταν κάποιο μέλος της οικογένειας του.

Πριν το όργωμα γινόταν η προετοιμασία των ζώων ζεύξης με χορήγηση κατάλληλης ποσότητας τροφής το προηγούμενο βράδυ. Νωρίς το πρωί ο ζευγάς φόρτωνε στο κάρο ή σε ένα υποζύγιο, το αλέτρι, σκαπτικά εργαλεία και το μεσημεριανό φαγητό του και κατευθύνονταν στο χωράφι. Αν κάποιος δεν διέθετε κάρο τον βοηθούσαν άλλοι γεωργοί, αφού η αλληλοβοήθεια ήταν συνηθισμένη πρακτική. Μόλις έφτανε στο χωράφι προχωρούσε στο ζέψιμο των βοδιών ή ανέθετε αυτή την εργασία στο βοηθό του. Για να γίνει το ζέψιμο δένονταν τα κεφάλια των ζώων στις άκρες ενός μακριού σκοινιού, του «ζεύτη». Τέτοιο σκοινί χρησιμοποιούσαν συνήθως οι Θρακιώτες και όχι οι Πόντιοι. Η μέση του σχοινιού αυτού έφτανε ως την αρχή του αλετριού και έτσι ο ζευγάς κατεύθυνε τα ζώα ενώ ταυτόχρονα χειριζόταν το αλέτρι.

Ο ζευγάς για να παροτρύνει τα ζώα να κινηθούν γρηγορότερα χρησιμοποιούσε τη «βουκέντρα», που ήταν μια μακριά βέργα μήκους 2,5 περίπου μέτρων. Η μια άκρη της κατέληγε σε ένα καρφί με το οποίο κεντρίζονταν τα ζώα ενώ η άλλη άκρη της, η «αξιάλη», χρησίμευε για τον καθαρισμό του υνιού από τα χώματα. Τα ζώα στήνονταν το ένα δίπλα στο άλλο και πάνω στο σβέρκο τους τοποθετούνταν ο «ζυγός», που ήταν ένα χοντρό ξύλο μήκους 2 περίπου μέτρων. Κοντά στις άκρες του ο ζυγός είχε διαμορφωμένα καμπύλα τμήματα για να προσαρμόζεται ο σβέρκος του βοδιού. Στα τμήματα αυτά ήταν καρφωμένο ένα κομμάτι δέρματος, το «ζυγομάχι», που προστάτευε από την καταπόνηση το σβέρκο των ζεμένων ζώων. Στη μέση του ζυγού υπήρχε μια προεξοχή με μια εγκοπή για να προσαρμόζεται το αλέτρι. Για να δεθούν τα ζώα με το ζυγό χρησιμοποιούνταν οι «ζεύλες», που ήταν κλαδιά λυγισμένα σε σχήμα ύψιλον. Οι ζεύλες περνούσαν πρώτα κάτω από το λαιμό του ζώου και ύστερα από τις αντίστοιχες τρύπες του ζυγού όπου συγκρατούνταν με πύρους, τα «πιζάβλια». Με αυτόν τον τρόπο το κεφάλι του ζώου περικλείονταν από τις ζεύλες και το ζυγό.

Ένας άλλος τύπος ζυγού ήταν αυτός που σχηματιζόταν από δυο παράλληλα ξύλα που ενωνόταν με κάθετες σε αυτά σιδερένιες ράβδους. Το αλέτρι και ο ζυγός συνδεόταν με ένα ξύλινο εξάρτημα, τη «σκάλη». Τη σκάλη την έδεναν στη μέση του ζυγού με λουριά και στη συνέχεια περνούσαν μέσα της το «σταβάρι» του αλετριού και το ασφάλιζαν με το «κλειδί». Με την εξάρτηση του αλετριού από το ζυγό τελείωνε το ζέψιμο και άρχιζε το όργωμα με το αλέτρι. Το άροτρο κατασκευαζόταν συνήθως από ξύλο πλατάνου, μερικές φορές και πρίνου, και μόνο το αλετροπόδι κατασκευαζόταν από ξύλο δρυός που είναι πολύ σκληρό.

Για τους πρώτους πρόσφυγες που ήρθαν στο Κιλκίς η καλλιέργεια της γης αποδείχθηκε δύσκολη υπόθεση όχι μόνο εξαιτίας της έλλειψης γης αλλά και της έλλειψης αροτριώντων ζώων και γεωργικών εργαλείων. Με το ξέσπασμα του Α’ παγκοσμίου πολέμου απαγορεύτηκε η εξαγωγή κτηνών από τη Σερβία, από την οποία γινόταν η αγορά τους. Το ίδιο συνέβη και με το μεγαλύτερο κύμα προσφύγων μετά το 1922. Η εφημερίδα ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΕΛΛΑΣ σε άρθρο της στις 12-9-1926 υπό τον τίτλο «Οι αγρόται της περιφερείας Κιλκίς εν αδιεξόδω» έγραφε: «Οι γεωργοί πρόσφυγες ήρξαντο θεμελιούντες εκ του μηδενός. Εστερούντο οικημάτων, τροφής, σποράς, κτηνών αλλά και καλλιεργημένων αγρών. Ελάχιστα ήσαν τα εφόδιά των. Ελάχιστοι είχον ανά ένα βουν, έτι δε ελάχιστοι ανά δυο».

Όσο για το ποιοί ήταν ικανότεροι στις καλλιεργητικές εργασίες, οι Θρακιώτες ή οι Καυκάσιοι, ο Κοσμάς Παρασκευόπουλος στη πτυχιακή του διατριβή το 1937 έγραφε: «Εις τας πλείστας γεωργικάς εργασίας και δη εις την καλλιέργειαν των φυτών της μεγάλης καλλιεργείας παράδοσιν μακράν οικογενειακήν και επιτηδειότητα μεγαλυτέραν έχουν οι Θράκες. Οι Ποντιοκαυκάσιοι δεν έχουν παράδοσιν μακράν γεωργικήν. Οι περισσότεροι εκ τούτων σπείρουσιν κατά μεγάλην αναλογίαν άνευ ουδεμιάς προετοιμασίας του εδάφους και επόμενον είναι να θερίζωσιν μόνον όταν συμπέσουν όλοι οι κλιματολογικοί παράγοντες να είναι κατά τοιούτον τρόπον ευνοϊκοί ώστε να αναπληρούνται αι εκ της καλλιεργείας δυσμένειαι, όπως συνέβη κατά το έτος 1932». Για τον αριθμό των αρόσεων στους σιταγρούς που έκαναν οι Κιλκισιώτες γεωργοί γράφει: «Μια ελαφρά άρωσις μετά το θέρισμα προς ανατροπήν της καλαμιάς. Δέον να σημειωθή ότι η εν λόγω άρωσις δεν εκτελείται δυστυχώς, υφ’ όλων των γεωργών αλλά μόνον υπό των Θρακών. Μετά την πρώτην άρωσιν ακολουθεί δευτέρα βάθους 0,8-0,10 μ. μετά τα πρωτοβρόχια με μονόϋνον άροτρον σιδηρούν. Τρίτη άρωσις ελαφρά κατά την σποράν δια το σκέπασμα του σπόρου». Σε αντίθεση με τις υπόλοιπες γεωργικές εργασίες όπου συμμετείχαν όλα τα μέλη της οικογένειας το όργωμα το αναλάμβαναν μόνο άνδρες.

Μετά τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου άρχισε με ολοένα αυξανόμενο ρυθμό η εκμηχάνιση της γεωργίας. Με τη χρησιμοποίηση σύγχρονων γεωργικών μηχανημάτων στο τέλος της δεκαετίας του 1960 ένας αγρότης μπορούσε να θρέψει τον εαυτό του και άλλα 45 άτομα. Η εκμηχάνιση είχε σαν αποτέλεσμα να αναπτύξει τη γεωργική οικονομία, να καλύψει τις ανάγκες σε βασικά γεωργικά προϊόντα και να δημιουργήσει πλεόνασμα. Τα παραδοσιακά εργαλεία αποσύρθηκαν από τις γεωργικές αποθήκες και όσα διασώθηκαν κοσμούν τις συλλογές των λαογραφικών μουσείων.

Ανάρτηση στο facebook

Σχολιάστε