My Twitter Feed

13 Απριλίου, 2022

ΕΙΔΗΣΕΙΣ.ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ:

ΥπΑΑΤ: Ενίσχυση των Νέων Αγροτών -

Τετάρτη, 13 Απριλίου, 2022

Πρόταση για καταφύγιο αδέσποτων -

Τετάρτη, 13 Απριλίου, 2022

Ζητά τη παραίτηση του Γ. Ανδρίτσου -

Τετάρτη, 13 Απριλίου, 2022

Ομάδες συνεργασίας για Δοϊράνη -

Τρίτη, 12 Απριλίου, 2022

Μείωση κρουσμάτων στο Ν. Κιλκίς -

Κυριακή, 10 Απριλίου, 2022

Φάρμα Κουκάκη και στη Ν. Κορέα -

Σάββατο, 9 Απριλίου, 2022

Μεγάλη αύξηση, φτηνά σπίτια! -

Σάββατο, 9 Απριλίου, 2022

“Επάρκεια δείχνει η καταγραφή” -

Παρασκευή, 8 Απριλίου, 2022

Οι Γερμανοί μπαίνουν στο Κιλκίς

Μέρος 3: Μαρτυρίες.

Του Θανάση Βαφειάδη.


Στις 11 το βράδυ της 8ης Απριλίου 1941 η γερμανική φάλαγγα κατέλαβε το χωριό Μεταλλικό και συνέχισε την κίνησή της προς το Κιλκίς. Πλησιάζοντας μεσάνυχτα άρχισε να ηχεί τρομακτικά στ’ αυτιά των Κιλκισιωτών ο ήχος των πυροβολισμών που έριχναν στον αέρα για εκφοβισμό οι Γερμανοί και το μουγκρητό από τις ερπύστριες των τεθωρακισμένων τους που πλησίαζαν. Οι εχθροί μπήκαν στην πόλη χωρίς αντίσταση, αφού ο στρατός που υπήρχε στο σπίτι του Μοσκώφ όπου ήταν το στρατηγείο του διοικητή της 19ης μηχανοκίνητης μεραρχίας υποστράτηγου Νικόλαου Λιούμπα και στον 13ο Συνοριακό Τομέα στο κτήριο των Καλογραιών, είχε αποχωρήσει από το μεσημέρι, όταν έμαθε ότι οι Γερμανοί βρίσκονταν ήδη στο Χέρσο. Το ίδιο έκαναν και οι 50 περίπου χωροφύλακες, όλη η αστυνομική δύναμη του Κιλκίς, που έχοντας τα όπλα με την κάνη προς τα κάτω κατευθύνθηκαν πεζοί προς τη Θεσσαλονίκη. Υπήρξαν όμως και δυο που αντιστάθηκαν: «Ακόμη μαθεύτηκε ότι ένας δικός μας θέλησε να προβάλει αντίσταση μέσα στη νύχτα, εκεί κοντά που διχαλώνει ο δρόμος για το Ηρώο. Του ρίξανε δυο ριπές και πάει ο Έλληνας. Και ότι στο Σταθμό τραυματίστηκε ο γιος του Πάντσου, του υδραυλικού της δημαρχίας, του «νερουλά». Αργότερα περπατούσε κουτσαίνοντας, με μπαστούνι», γράφει Λύσανδρος Φάσσος. Ο ίδιος περιγράφει το πέρασμα των Ούννων μέσα από την πόλη μας: «Οι μηχανοκίνητες φάλαγγες πληθαίνανε, περνούσανε εκατοντάδες οχήματα κάθε είδους, ούτε ένα πεζοπόρο τμήμα. Πάνω σε τεράστιες Μερσεντές, θεόρατα ανοιχτά φορτηγά, κάθονταν αριστερά δεξιά οι φαντάροι, με τα όπλα ανάμεσα στα γόνατα, κατασκονισμένοι, αγέρωχοι, ονειροπαρμένοι… Τούτη την πρώτη μέρα, καθώς και τις επόμενες δυο – τρεις, μέρα νύχτα δεν σταμάτησαν, ποτάμι σιδερένιο χιλιάδες οχήματα. Κατηφορίζανε, έρχονταν πέρα από το ύψωμα του Μεταλλικού, διασχίζανε την πόλη, μπαίνανε στην 21η Ιουνίου και όσο έφτανε το μάτι σου, Κρηστώνα και κάτω, ένα σύννεφο σκόνης, αλυσίδα ατελείωτη». (Λ. Φάσσος, Μνήμες μιας εποχής).

Από το πρωί της 9ης Απριλίου κόσμος μαζεύτηκε να δει το θλιβερό θέαμα χωρίς να λείπουν φυσικά και αυτοί που σαν το Δήμο Σταρένιο στην ταινία «Η χαραυγή της νίκης» καλούσε τους συμπατριώτες του να συνεργαστούν λέγοντας «Μας αγαπάνε οι Γερμανοί. Σαν φίλοι ήρθανε!» Ο διακεκριμένος νομικός Κώστας Χορομίδης στο βιβλίο του «Μέρες δύσκολες και καλές» έγραψε: «Είχαμε μαζευτεί στους δρόμους πολλοί νέοι, μπροστά στο πάρκο, τον «Κήπο» του Κιλκίς και χαζεύαμε, περίεργοι και λίγο φοβισμένοι, τους προελαύνοντες Γερμανούς. Σε μια στιγμή κάλυψαν τον ουρανό πάρα πολλά γερμανικά αεροπλάνα κατευθυνόμενα κι αυτά προς νότο. Να και ο φαλαγγάρχης της Ε.Ο.Ν Κιλκίς, ο διευθυντής της Νομαρχίας Σ. Πέτροβας, γερμανόφιλος όπως σχεδόν όλοι οι μεταξικοί. Μας είπε ότι οι Γερμανοί δεν έχουν τίποτε με τους Έλληνες, αλλά πολεμούν τους Εγγλέζους. Μας συνέστησε να πάμε να ντυθούμε τη στολή της Ε.Ο.Ν για να τους βοηθήσουμε. Οι μεγαλύτεροι από εμάς άρχισαν να μουρμουρίζουν και εξαφανίσθηκαν. Εμείς οι μικροί – ήμουνα 14 ετών – τέσσερις ως πέντε συμμορφωθήκαμε. Μας τοποθέτησαν ως τροχονόμους να δείχνουμε την πορεία των τανκς για τη Θεσσαλονίκη».

Ακόμη πιο αποκαλυπτικός ο Βασίλης Χατζηβασιλείου που σε επιστολή του η οποία δημοσιεύθηκε στο ΜΑΧΗΤΗ ΤΟΥ ΚΙΛΚΙΣ στις 6-6-1986 υπό τον τίτλο «Χειροκροτήματα στον κατακτητή», έγραφε: «…την νύχτα 8 προς 9 Απριλίου του 1941 ώρα 24.00 η μάνα μου η Ευριδίκη Χατζηβασιλείου με ξύπνησε με δάκρυα στα μάτια για να μου πει: «Παιδί μου πάει η Ελλάδα μας μπήκαν οι Γερμανοί». Πράγματι από τις γρίλιες του ξενοδοχείου όπου διανυκτερεύαμε τότε, του «ΜΕΓΑΛΗ ΕΛΛΑΣ» είδαμε τους Γερμανούς μπροστά στο φαρμακείο του Ιωσηφίδη να πυροβολούν με πολυβόλα προς την κατεύθυνση της 21ης Ιουνίου. Βέβαια παιδί ήμουνα άφησα τη μάνα μου και ξανακοιμήθηκα. Το πρωί της 9ης Απριλίου ξέρετε από τι ξύπνησα;… Ξύπνησα από χειροκροτήματα – πολλά και συνεχή χειροκροτήματα… Δεν είναι δυνατόν να μεταφέρω ποιά απογοήτευση έζησα όταν είδα με τα μάτια μου όλο κείνο το πλήθος που χειροκροτούσε επίμονα κάθε πέρασμα αυτοκινήτου, μοτοσυκλέτας ή τανκ γερμανικό. … Αυτό είδα εγώ κι έζησα τούτο το δράμα να βλέπω συμπατριώτες μου να χειροκροτούν το πέρασμα των Γερμανών, αυτό ποτέ δεν θα το ξεχάσω».

Την ίδια ώρα στρατιώτες μας μετά τον άνισο αγώνα που έδωσαν επιστρέφουν νικημένοι στα σπίτια τους περνώντας μέσα από τα χωριά του Κιλκίς. Στο πέρασμα τους υποδέχθηκαν με συγκινητικό τρόπο οι κάτοικοι των χωριών μας, όπως γράφει ο τότε διοικητής του 3ου μηχανοκίνητου συντάγματος Ιάσων Νομικός: «Την 9 Απριλίου ύστερα από σκληρό και άνισον αγώνα με τις πλαγιοφυλακές της στρατιάς του Φον Λιστ η οποία διασπάσασα τους συμμάχους Σέρβους εις Στρούμνιτσα – Δοϊράνη ευρέθη εις τα νώτα μας και μας εκύκλωσε, κατεβαίναμε αιχμάλωτοι πλέον των Γερμανών, από Κρούσια προς Κιλκίς, περιοχήν κατοικουμένην από μικρά και πτωχά Ποντίων προσφύγων. Το βράδυ της ημέρας εκείνης εμείναμε σε ένα από τα χωριά αυτά, που δεν θυμούμαι ποιο ακριβώς: το Κεντρικόν, το Δροσάτον ή τα Αμάραντα. Αν δεν ενθυμούμαι το όνομα του χωριού, θυμούμαι όμως με συγκίνησι μια αυθόρμητη χειρονομία των αγαθών Ποντίων. Οι κάτοικοι του χωριού αυτού, πτωχοί εις υλικά μέσα, αλλά πάμπλουτοι εις πατριωτικά αισθήματα, έσφαξαν ένα βόδι και παρασκεύασαν συσσίτιο για τους νηστικούς και κουρασμένους στρατιώτας μου».

Οι φαντάροι μας θα επιστρέψουν χωρίς όπλα. Τα πέταξαν στις άκρες των δρόμων και στα χωράφια. Οι Γερμανοί θα τα βρουν και θα τα κατάσχουν. Όχι όλα, γιατί υπάρχουν κι αυτά που με κίνδυνο της ζωής τους θα περισυλλέξουν πολίτες και θα τα κρύψουν στα σπίτια τους ή θα τα θάψουν στα χωράφια τους ή σε άλλες κρύπτες για να χρησιμοποιηθούν όταν θα ‘ρθει η κατάλληλη ώρα. Και η ώρα που θα εμφανιστούν οι πρώτες ανταρτικές ομάδες δε θ’ αργήσει.

Ανάρτηση στο facebook

Σχολιάστε