My Twitter Feed

2 Ιανουαρίου, 2021

ΕΙΔΗΣΕΙΣ.ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ:

Συνεχίζονται τα αντιπλημμυρικά -

Πέμπτη, 31 Δεκεμβρίου, 2020

Σταθερά στη μαύρη πρώτη θέση! -

Τετάρτη, 30 Δεκεμβρίου, 2020

“Γαλάζια νυστέρια” για το ΓΝΚ! -

Τετάρτη, 30 Δεκεμβρίου, 2020

ΣΥΡΙΖΑ: Διερεύνηση καταγγελιών -

Τετάρτη, 30 Δεκεμβρίου, 2020

To tvxs.gr για το Νοσοκομείο Κιλκίς -

Τετάρτη, 30 Δεκεμβρίου, 2020

Εξανέστη από το… βήμα του twitter -

Τετάρτη, 30 Δεκεμβρίου, 2020

Την Πέμπτη η Λαϊκή του Κιλκίς -

Τετάρτη, 30 Δεκεμβρίου, 2020

Έργα 1,2 εκατ. για συντήρηση δρόμου -

Τετάρτη, 30 Δεκεμβρίου, 2020

Ιδιοτελείς απορίες

Pappas Tasos1Του Τάσου Παππά (ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ)

 

————————————————————————————————————————————————————-Ο νομπελίστας και περιφερόμενος προφήτης Ρουμπινί αναρωτήθηκε πρόσφατα πώς γίνεται ύστερα από έξι χρόνια ύφεσης να μην έχει ξεσηκωθεί η ελληνική κοινωνία. Ο πρόεδρος του Οικονομικού Ινστιτούτου IFO του Μονάχου, συντηρητικός οικονομολόγος Χανς Βέρνερ, διατύπωσε σε ραδιοφωνική συνέντευξή του την ίδια απορία: «Η κατάσταση στη Νότια Ευρώπη είναι καταστροφική. Εχουμε μια μεγα-κρίση. Η μαζική ανεργία δεν είναι αντιμετωπίσιμη. Η νεανική ανεργία στην Ελλάδα είναι στο 64%, στην Ισπανία ξεπερνά το 55%. Το γενικό ποσοστό της ανεργίας και στις δύο αυτές χώρες είναι στο 27%. Αναρωτιέμαι πώς ακόμη αντέχουν οι χώρες αυτές» («Εφ. Συν.», 8-8-2013).

Την ίδια στιγμή, η επίθεση των κυρίαρχων ελίτ κατά των εισοδημάτων και των δικαιωμάτων της εργατικής τάξης και των μεσαίων στρωμάτων συνεχίζεται. Ο Ολι Ρεν είπε στους Ισπανούς ότι πρέπει να κάνουν κι άλλες θυσίες, να δεχτούν δηλαδή οριζόντια μείωση όλων των μισθών κατά 10%, ακολουθώντας το επιτυχημένο (;) μοντέλο της Ιρλανδίας και της Λετονίας. Τώρα, πόσο επιτυχημένο είναι αυτό το μοντέλο, που έχει προκαλέσει τη μεγαλύτερη μεταφορά πόρων στην Ιστορία των συγκεκριμένων χωρών από τις κατώτερες και μεσαίες τάξεις προς τις ανώτερες, είναι μια ασήμαντη λεπτομέρεια για τον Ευρωπαίο επίτροπο.

Και καλά, να δεχθούμε το επιχείρημα του καλού συναδέλφου Μ. Μητσού («Τα Νέα», 14-8-2013) ότι στη Λετονία, με τις τεράστιες ανισότητες και τις χιλιάδες απολύσεις, ο κόσμος δεν ξεσηκώθηκε επειδή «οι μνήμες της σοβιετικής κυριαρχίας έχουν μειώσει δραστικά τα περιθώρια αντίστασης στις απαιτήσεις του σκληρού καπιταλισμού», αλλά στην Ισπανία, την Πορτογαλία, την Ελλάδα, που κι αυτές βλέπουν το ΑΕΠ τους να καταρρέει, την ανεργία να εκτοξεύεται, το κοινωνικό κράτος να ξηλώνεται, τις κυβερνήσεις τους να λειτουργούν σαν «βαποράκια» της πιο ανάλγητης μερίδας του χρηματοπιστωτικού συστήματος και μια μειονότητα να επωφελείται προκλητικά από την κρίση, γιατί οι πολίτες έχουν περιέλθει σε κατάσταση νωθρότητας;

Κάποιοι πιστεύουν ότι πρέπει να αναζητήσουμε τις αιτίες για την κατώτερη των περιστάσεων αντίδραση στις ιδιαιτερότητες της δομής των κοινωνιών του Νότου: στον ισχυρό θεσμό της οικογένειας, που σε περιόδους κρίσης λειτουργεί σαν ασπίδα οικονομικής προστασίας και συναισθηματικής ασφάλειας, στη μεγάλη διασπορά της μικρής ιδιοκτησίας και στην ιδεολογία του ατομικισμού, που είναι δεσπόζουσα και η οποία δεν είναι εύκολο να υπονομευθεί από τη μια μέρα στην άλλη. Ωστόσο αυτή είναι η μισή αλήθεια. Και στην Ισπανία και στην Ελλάδα και στην Πορτογαλία είχαμε εξεγερσιακά φαινόμενα, μόνο που δεν κράτησαν στον χρόνο. Γρήγορα η δυναμική των κινημάτων εξανεμίστηκε, αφήνοντας βεβαίως κάποια ισχυρά ίχνη ως παρακαταθήκη για το μέλλον.

Τα κινήματα αυτά αναδιπλώθηκαν, και γιατί δεν μπόρεσαν να συνδεθούν με τα πλατιά λαϊκά στρώματα σε σταθερή βάση και γιατί μετά την πρώτη φάση της μαζικής συμμετοχής δεν κατάφεραν να μετασχηματίσουν τη λαϊκή οργή σε πρόταση ανατροπής. Ακόμη και ο πιο «ψημένος» περί την πολιτική δράση πολίτης δεν μπορεί να είναι σε συνεχή αγωνιστική διαθεσιμότητα, ιδιαίτερα μάλιστα όταν διαπιστώνει ότι οι μικρές κατακτήσεις του δεν έχουν συνέχεια, ότι ο αντίπαλος είναι πανίσχυρος, χρησιμοποιεί όλα τα μέσα (φόβο, προπαγάνδα, εκβιασμούς, καταστολή) και ότι εκείνες οι πολιτικές δυνάμεις που όφειλαν να δώσουν νόημα και προοπτική στην αντίστασή του, άργησαν να μπουν στο παιχνίδι.

Η Αριστερά αιφνιδιάστηκε. «Συνελήφθη» απροετοίμαστη οργανωτικά και χωρίς σχέδιο για μια μάχη μεγάλης κλίμακας. Ενδεχομένως και να τρόμαξε μπροστά στις επιπτώσεις μιας νίκης της. Είδε με δυσπιστία ένα κίνημα που αναπτύχθηκε σχεδόν ερήμην της και παρέμεινε εγκλωβισμένη στην παραδοσιακή λογική που προσλαμβάνει την πολιτική αντιπαράθεση ως σύγκρουση κομματικών στρατηγικών ή ως μια κλασική αναμέτρηση «τάξης εναντίον τάξης», όπως την περιγράφουν τα θεωρητικά εγχειρίδια. Γι’ αυτό και παντού στην Ευρώπη (με εξαίρεση την Ελλάδα), είναι καθηλωμένη σε χαμηλά επίπεδα επιρροής και δεν μπορεί να πείσει τα εθνικά ακροατήρια ότι αποτελεί την εναλλακτική λύση στον βάρβαρο και χυδαίο καπιταλισμό.

Η πολυδιάσπασή της, η αμηχανία της μπροστά στα καινούργια προβλήματα, η αδυναμία της να περιγράψει έναν άλλο κόσμο, σε συνδυασμό με την αντοχή του συστήματος, έχουν προκαλέσει την απογοήτευση των εργαζομένων. Από τον ενθουσιασμό των «Αγανακτισμένων» περάσαμε στην αδιαφορία της πλειοψηφίας. Και η αδιαφορία των αμέτοχων, όπως λέει ο πρωταγωνιστής του μυθιστορήματος του Μανές Σπέρμπερ («Η καμένη βάτος», Καστανιώτης) -η «Σάγκα της Κομιντέρν» κατά τον πάπα της γερμανόφωνης κριτικής, Μαρσέλ Ράιχ-Ρανίτσκι- «είναι πάντα το ασφαλέστερο έρεισμα κάθε εξουσίας, η ασφαλέστερη προστασία. Μόνο σε σπάνιες στιγμές, όταν οι αδιάφοροι κινητοποιήθηκαν, τότε μόνο η εξουσία βρήκε τον διάβολό της». Αν λοιπόν η Αριστερά καταφέρει να κινητοποιήσει τους αδιάφορους και τους απογοητευμένους, ίσως να επιβεβαιωθεί το παλιό σύνθημα: «Η δύναμη των αδυνάτων είναι ότι μπορούν να πείσουν για την αδυναμία των δυνατών».

Σχολιάστε