My Twitter Feed

16 Ιανουαρίου, 2021

ΕΙΔΗΣΕΙΣ.ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ:

Ξεκίνησε ο εμβολιασμός των 85+ -

Σάββατο, 16 Ιανουαρίου, 2021

Ξανά στη μαύρη πρώτη θέση! -

Παρασκευή, 15 Ιανουαρίου, 2021

Τα είπαν για έργα υποδομών -

Παρασκευή, 15 Ιανουαρίου, 2021

Κιλκίς: Ετοιμότητα για τον “Λέανδρο” -

Παρασκευή, 15 Ιανουαρίου, 2021

Ξανά στις πρώτες θέσεις το Κιλκίς -

Παρασκευή, 15 Ιανουαρίου, 2021

Έτοιμοι για ακραία καιρικά φαινόμενα -

Παρασκευή, 15 Ιανουαρίου, 2021

“Όχι στη μονάδα του Μυτιληναίου” -

Πέμπτη, 14 Ιανουαρίου, 2021

Μονάδα επεξεργασίας αποβλήτων -

Πέμπτη, 14 Ιανουαρίου, 2021

Η Δημοκρατία στον 21ο αιώνα

Του Νίκου Παρασκευόπουλου*


Ένα χάος από θέσεις και διαφωνίες απαρτίζει τις συζητήσεις για τη δημοκρατία. Κάποιες γενικές γραμμές είναι βέβαια διαχρονικά φανερές. Δεν ξέρω αν αυτό εκπλήσσει: στο πέρασμα των αιώνων κυριαρχεί συντριπτικά η αρνητική θεώρηση της δημοκρατίας. Η φωνή των επικριτών ήταν η ισχυρότερη ήδη στα χρόνια της αρχαίας Αθήνας, πράγμα που συνεχίστηκε έκτοτε.

Αλλαξε μόνο το κέντρο βάρους της κριτικής: Ως τον 19ο αιώνα το προβαλλόμενο μειονέκτημα της δημοκρατίας ήταν η πολιτική αστάθεια και η οχλοκρατία. Από τότε και ύστερα βαραίνει η κατηγορία της καταπίεσης των γυναικών και των δούλων (1). Μεταξύ εκτίμησης, υπεραπλούστευσης και αστοχίας η απόσταση δεν είναι μεγάλη, όμως παρακάτω το θέμα μας θα είναι άλλο.

Παρά την πολυφωνία, δεν είναι δύσκολο να σχηματιστεί ένας κατάλογος με κοινώς αναγνωρισμένα χαρακτηριστικά του δημοκρατικού πολιτεύματος. Πρώτο και καλύτερο, η ατομική ψήφος: Για τον δημοκρατικό πολίτη ισχύει η αρχή ένας άνθρωπος – μία ψήφος. Ιση δηλαδή πολιτική δύναμη για τον καθένα. Αντίθετα, στον καπιταλισμό η ανισότητα είναι καταστατική. Ο πολίτης – συναλλασσόμενος έχει τόση δύναμη, όση η περιουσία του. Κι όσο για τις φυλετικές κοινωνίες, η έκφραση πολιτικής γνώμης προϋποθέτει (κάποιο) κοινό αίμα.

Συνεχίζοντας, εύκολα αναγνωρίζουμε την ισονομία, την ελευθερία λόγου (και μάλιστα ως ισηγορία και ως παρρησία) και την επιείκεια, ως κύτταρα της δημοκρατίας.

Σήμερα επίσης όλοι αποδέχονται ότι η τυπική και η ουσιαστική-κοινωνική δημοκρατία διακρίνονται: Η πρώτη είναι ένα απλό κέλυφος, ένα πρόσχημα «για τα μάτια του κόσμου» και για την υφαρπαγή συναινέσεων και υποταγής. Η δεύτερη όντως αξίζει να φέρει το βαρύ της όνομα: μόνο αν κάποιος δεν πεινά ή δεν πονά ή δεν βρίσκεται κάπου αποκλεισμένος, μπορεί να ασκεί τα πολιτικά του δικαιώματα. Με πιο θεσμική διατύπωση, χωρίς κράτος πρόνοιας και κράτος δικαίου η δημοκρατία σβήνει ή εξαρχής λείπει.

Εκτός όμως από τις σταθερές και τις συμφωνίες, υπάρχουν και μεγάλες διαφωνίες ή μάλλον καταλυτικές ερωτήσεις. Στον χώρο της πολιτικής μάλιστα τα ερωτήματα δεν είναι αθώα, ούτε απλώς θεωρητικά. Ανάλογα με την απάντηση, π.χ., μπορεί να διαμορφώνονται οι τρόποι άσκησης της εξουσίας ή η έκταση των συμμετοχικών δικαιωμάτων. Παρακάτω, λοιπόν, θα αναφέρουμε ως κυριότερα δύο ερωτήματα: πρώτο, τη σχέση κομμουνισμού – δημοκρατίας, δεύτερο τη διάκριση άμεσης – έμμεσης δημοκρατίας.

Οντως, τα δύο πολιτικο-κοινωνικά συστήματα, ο κομμουνισμός και η δημοκρατία, εμπνέονται από ένα κοινό όραμα: την ισότητα. Με αρνητικούς συγκρουσιακούς όρους: καταπολεμούν τις ανισότητες, ο κομμουνισμός ιδίως τις οικονομικές, η δημοκρατία τις απορρέουσες από κάθε είδος ολιγαρχίας.

Ο κομμουνισμός αναζητεί την (ιστορική – προϊστορική) μήτρα του σε εδάφη και κοινότητες που ανιχνεύει ιδίως η κοινωνική ανθρωπολογία, ενώ η δημοκρατία μάλλον πιο όψιμα συνδέεται με την πόλη (πόλη – κράτος, δήμος, Αθήνα). Διάφορα ιστορικά στερεότυπα (π.χ. κατά Ferdinand Tönnies, 1887, Gemeinschaft, Gesellschaft) έχουν διεκδικήσει την αποτύπωση των αντίστοιχων συστημάτων.

Μπορούμε να εκτιμήσουμε ακόμη μία ομοιότητα: αμφότερα τα συστήματα αποστρέφονται τη θεοποίηση ή την παντοδυναμία του ηγεμόνα. Ο κομμουνισμός, επειδή ως μοχλό της Ιστορίας θεωρεί τις παραγωγικές σχέσεις. Η δημοκρατία επειδή εξ ορισμού παρέχει δύναμη στον δήμο. Ο N. Machiavelli, υμνητής του ηγεμόνα, δεν θα μπορούσε παρά να συμπαθεί τη Σπάρτη, όχι την αρχαία Αθήνα.

Καιρός όμως να αναφερθούμε σε μια σημαντική διαφορά: ο κομμουνισμός, ακόμη κι αν λογικά αποστρέφεται τα ατομικά υποκείμενα ηγετών, δεν φτάνει στις απρόσωπες προσηλώσεις της δημοκρατίας: ίσως στον απόηχο του ιστορικού υλισμού, διανοείται την πρωτοπορία ενός επαναστατικού ριζοσπαστικού υποκειμένου, έστω κινήματος (2).

Μπορεί άραγε η παραπάνω διαφορά να γεφυρωθεί και στο όνομα της ισότητας-οράματος να συστοιχηθούν τα δύο συστήματα; Ναι, νομίζω, η Αριστερά συναντάται με τη Δημοκρατία, αλλά μόνο σε συγκεκριμένες ιστορικές περιστάσεις. Αυτές διαμορφώνονται σήμερα, καθώς πλειονότητες -και πλειοψηφίες, επομένως- πολιτών παίρνουν εν μέσω οικονομικών κρίσεων την κάτω βόλτα και συγκροτούν (πλειοψηφικές) λαοθάλασσες (3).

Τότε, οι πλειοψηφίες θέλουν πια ανατροπές, ή αλλιώς ριζοσπαστικές αλλαγές, για να ξεφύγουν από την ανέχεια και τη μιζέρια (της φτώχειας, της προσφυγιάς). Τότε ξαφνικά οι θεσμοί της δημοκρατίας ευνοώντας τους πολλούς αρχίζουν και γίνονται πραγματικά εργαλεία αλλαγής. Ετσι, η δημοκρατία συνυπάρχει αρμονικά με το κομμουνιστικό επαναστατικό σύστημα, καθώς τα κινήματα δεν είναι αντίπαλα αλλά μέρος των «πολλών».

Η επιλογή μεταξύ άμεσης και έμμεσης δημοκρατίας απασχολεί επίσης τους διαλόγους, τους καθημερινούς και τους ακαδημαϊκούς.

Η φωνή των υποστηρικτών της άμεσης μορφής της δημοκρατίας είναι ηχηρότερη: διαμορφώνει ή κινητοποιεί κινήματα, εναρμονίζεται με τις εφαρμοσμένες ιδέες της κλασικής Αθήνας, βρίσκει πολιτική αποδοχή ακόμη και στους πιο ετερόκλητους κοινωνικούς χώρους.

Οι «αγανακτισμένοι» αναμφίβολα ήταν ένα νευρικό, αλλά τελείως ανομοιογενές σύνολο. Δύσκολο να καταλάβεις αν η συλλογική τους παρουσία ήταν αυθόρμητη ή σχεδιασμένη. Αντίθετα, η έμμεση δημοκρατία δεν φαίνεται να γοητεύει, ούτε καν φραστικά. Ισως να ήταν ελαφρώς καλύτερη η τύχη της, αν αντί για έμμεση ονοματιζόταν αντιπροσωπευτική.

Μια κουβέντα μόνο περί μεθόδου: Η εκλογή άμεσου ή έμμεσου τύπου άσκησης πολιτικής δεν μπορεί να είναι θέμα διαχρονικό (υπεριστορικό) ή διατοπικό. Η άμεση επαφή των ασκούντων εξουσία με όλους τους επηρεαζόμενους από αυτήν είναι ασφαλώς δυνατή, όταν το πλαίσιο (μια πόλη, μια περιφέρεια, ένας οργανισμός) είναι περιορισμένο. Στην αρχαία Αθήνα, για παράδειγμα, οι αμεσοδημοκρατικοί θεσμοί μπορούσαν να είναι και λειτουργικοί και αποτελεσματικοί. Στην εποχή των μεγάλων εθνικών κρατών το πράγμα προφανώς διαφέρει. Πολύ περισσότερο εν μέσω παγκοσμιοποίησης.

Ας εστιάσουμε τώρα στη νεωτερική δημοκρατία. Είναι σωστό ότι υπάρχει μία έννοια λαού – μέρους (από ‘δώ ο λαός, από εκεί π.χ. οι πλούσιοι ή οι ευγενείς, ή με τη γλώσσα της τέχνης «λαός και Κολωνάκι») και ένας λαός γενικός (όλοι) (4). Μόνο μέσω της αντιπροσώπευσης, της εκλογής δηλαδή εκπροσώπων με καθολική ψηφοφορία, ο λαός παύει να είναι ένα μέρος του όλου και γίνεται φορέας κυριαρχίας. Ακόμη και η δικαιοσύνη, μέσω της έννοιας της αντιπροσώπευσης, αρθρώνεται με τη δημοκρατία και τον Λαό, όπως το θέλει το Σύνταγμα (άρθρο 1 παρ.3) (5).

Αναλύοντας και αποκωδικοποιώντας βλέπουμε καθαρότερα τις πολιτικές λειτουργίες. Δεν υπάρχει η παραμικρή εγγύηση ότι ένας ηγέτης θα υπηρετήσει μια συγκεκριμένη λαϊκή εντολή, αν τα μηνύματα θα τα λαμβάνει γενικευμένα και υπεραπλουστευμένα μια φορά στα τόσα χρόνια (σε εθνικές εκλογές ή δημοψηφίσματα). Η υλοποίηση π.χ. μιας αγροτικής πολιτικής προϋποθέτει επαφή των θιγόμενων με τον πολιτικό διοικητή-διαχειριστή. Επίσης, προϋποθέτει μηχανισμό λογοδοσίας των κυβερνώντων.

Κοντολογίς, χωρίς την εκλογή ενδιάμεσων (μεταξύ «λαού» και εξουσίας) συλλογικών σωμάτων, ώστε να αρθρώνονται οι «άνω» με τις «κάτω» πολιτικές λειτουργίες, οι κυβερνώντες απομονώνονται και γίνονται ανέλεγκτοι. Τα χέρια τους «λύνονται», χωρίς δεσμά από ειδικές εντολές και ελέγξιμες ευθύνες.

Ασφαλώς, η αναγνώριση της σημασίας της αντιπροσώπευσης δεν οδηγεί σε υποτίμηση των κινημάτων. Τα κινήματα είναι οι κύριοι παραγωγοί των ανθρώπινων δικαιωμάτων, τα οποία ούτως ή άλλως στρέφονται κατά της εξουσίας, ακόμη και κατά των πολλών (δεν μπορούν δα να αποφασίσουν βασανιστήρια!). Τους οφείλονται μεγάλες κατακτήσεις του ανθρωπισμού. Σε ό,τι αφορά όμως την άσκηση της γενικής πολιτικής, τον πρώτο λόγο στη δημοκρατία έχουν οι λαοθάλασσες.

Εντέλει, στη νεωτερική δημοκρατία μόνο μέσω της αντιπροσώπευσης εισέρχεται η πολιτική στο πεδίο της διαχείρισης – εξουσίασης. Για παράδειγμα, η αναγνώριση καθοριστικής βούλησης στο επαναστατικό ή στο ηγετικό πολιτικό υποκείμενο συναντάται σε όλα τα συστήματα διοίκησης. Δεν είναι ειδοποιό στοιχείο της δημοκρατίας, ούτε καν τυπική της κατάχρηση, όπως ο λαϊκισμός. Η δημοκρατία δεσμεύει τους κυβερνώντες και τη βούλησή τους.

Προσωπικός ο επίλογος: Δεν αποτελούν βεβαιότητες τα παραπάνω, μόνο ερωτήματα, υποθέσεις και ανοιχτές στον διάλογο αντιρρήσεις. Αλλωστε από την αρχαιότητα ήδη ο Επίχαρμος μας καλούσε να θυμόμαστε να μην πιστεύουμε.

Σημειώσεις

1. Βλ. σχετικά Jennifer Tolbert Roberts, Η Αθήνα στο εδώλιο, Χιωτέλης 2004 (Athens in trial, Princeton Univ. Press,1994), σελ. 329 κ.ε.

2. Ετσι ο Κ. Δουζίνας, Η ιδέα του κομμουνισμού, Αυγή 27/8/2017.

3 . Βλ. αναλυτικότερα Ν. Παρασκευόπουλου, Οι πλειοψηφίες στο στόχαστρο, Αθήνα, Πατάκης 2003, σελ. 17-19.

4. Carlo Galli, Η αμηχανία της δημοκρατίας, Αθήνα, Πόλις 2016 (Τορίνο 2011) σελ. 27, 36.

5. Nancy Fraser, Scales of Justice – Reimagining Political Space in a Globalizing World (Polity Press,2008), 17 κ.ε., Ιφ. Καμτσίδου, Το κοινοβουλευτικό σύστημα. Δημοκρατική αρχή και κυβερνητική ευθύνη (Σαββάλας, 2011) σελ. 216 κ.ε.

* Βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ, ομ. καθηγητής ΑΠΘ

Άρθρο στην ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ

Σχολιάστε