My Twitter Feed

2 Ιανουαρίου, 2021

ΕΙΔΗΣΕΙΣ.ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ:

Συνεχίζονται τα αντιπλημμυρικά -

Πέμπτη, 31 Δεκεμβρίου, 2020

Σταθερά στη μαύρη πρώτη θέση! -

Τετάρτη, 30 Δεκεμβρίου, 2020

“Γαλάζια νυστέρια” για το ΓΝΚ! -

Τετάρτη, 30 Δεκεμβρίου, 2020

ΣΥΡΙΖΑ: Διερεύνηση καταγγελιών -

Τετάρτη, 30 Δεκεμβρίου, 2020

To tvxs.gr για το Νοσοκομείο Κιλκίς -

Τετάρτη, 30 Δεκεμβρίου, 2020

Εξανέστη από το… βήμα του twitter -

Τετάρτη, 30 Δεκεμβρίου, 2020

Την Πέμπτη η Λαϊκή του Κιλκίς -

Τετάρτη, 30 Δεκεμβρίου, 2020

Έργα 1,2 εκατ. για συντήρηση δρόμου -

Τετάρτη, 30 Δεκεμβρίου, 2020

Ευκαιρία για περίσκεψη

Του Κύρκου Δοξιάδη *


Αν το βράδυ των εκλογών του Ιανουαρίου του 2015, την ώρα που όσοι/ες υποστηρίζαμε τον ΣΥΡΙΖΑ πανηγυρίζαμε για την εκλογική νίκη, κάποιος μάντης μάς φανέρωνε πως ύστερα από τρία χρόνια ακριβώς ο Αλέξης Τσίπρας θα εισέπραττε τα συγχαρητήρια της Κριστίν Λαγκάρντ για τις μεταρρυθμίσεις που πέτυχε η κυβέρνησή του στην ελληνική οικονομία, πώς θα αντιδρούσαμε άραγε;

Εθεσα το εντελώς υποθετικό -και γι’ αυτό απολύτως αναπάντητο- ερώτημα, για να θυμίσω μια φιλοσοφική (από τη σκοπιά του σύγχρονου ιστορικού υλισμού) αλήθεια. Στα ανθρώπινα πράγματα, στην ιστορία των κοινωνιών και της πολιτικής, δεν μπορεί να υπάρξει πρόβλεψη. Το αδιανόητο -τότε- των συγχαρητηρίων της διευθύντριας του ΔΝΤ στον πρόεδρο μιας αριστερής ελληνικής κυβέρνησης συνίστατο στην πλήρη αδυναμία πρόβλεψης των συναφών κοινωνικοπολιτικών εξελίξεων κατά το χρονικό διάστημα που θα μεσολαβούσε.

Εχει κάποια σημασία να το τονίσουμε αυτό, διότι δεν το βλέπουν όλοι έτσι. Για παράδειγμα, από τη σκοπιά του ΚΚΕ, τα συγχαρητήρια της κυρίας Λαγκάρντ, όπως και οι θερμοί εναγκαλισμοί και ασπασμοί, οι ανθοδέσμες και τα παντός είδους εύσημα και παράσημα από σύσσωμο το διεθνές και εγχώριο πολιτικοοικονομικό κατεστημένο προς τον ΣΥΡΙΖΑ, που σύντομα και νομοτελειακά πρόκειται να ακολουθήσουν, ήταν απολύτως προβλέψιμα εξαρχής.

Από την άλλη, οι αριστεροί που εξακολουθούν να στηρίζουν τον ΣΥΡΙΖΑ απαντάνε: «Δεν το είχαμε προβλέψει, διότι πρώτα απ’ όλα εμείς δεν θέλαμε κάτι τέτοιο -αντιθέτως, θέλαμε οι πολιτικές που θα μπορούσαμε να εφαρμόσουμε, να είναι τουλάχιστον δυσάρεστες για τον ισχυρότερο διεθνή θεσμό του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου».

Ο μη προβλέψιμος χαρακτήρας των ιστορικών εξελίξεων έχει να κάνει ακριβώς με το ότι, όπως έγραφε ο Μαρξ το 1852 στη «18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη»: «Οι άνθρωποι φτιάχνουν τη δική τους ιστορία, αλλά όχι με τη δική τους ελεύθερη βούληση∙ όχι υπό συνθήκες που έχουν επιλέξει οι ίδιοι, αλλά υπό τις δεδομένες και κληρονομημένες συνθήκες που έχουν να αντιμετωπίσουν».

Οι «δεδομένες και κληρονομημένες συνθήκες» εν προκειμένω είναι οι διεθνείς συσχετισμοί δύναμης και συγκεκριμένα οι ισχύοντες ευρωπαϊκοί θεσμοί, που εξαναγκάζουν όλες τις χώρες της ευρωζώνης (πλην της Γερμανίας) να αποδέχονται τον ακόλουθο θεσμικό δυϊσμό: Ενώ τυπικά εξακολουθούν να υπάρχουν εθνικά κυρίαρχα κράτη, όλες οι σημαντικές δημοσιονομικές αποφάσεις καθορίζονται σε τεράστιο βαθμό από μη ελεγχόμενους από αυτά διεθνείς μηχανισμούς.

Στις ταξικές διαμάχες, ιδίως στις συνθήκες των σύγχρονων δυτικών καπιταλιστικών χωρών, οι υποχωρήσεις δεν λαμβάνουν χώρα όπως στον κανονικό πόλεμο -δεν συνίστανται στην παραχώρηση οικείων εδαφών στον αντίπαλο. Στις περίπλοκες διαδικασίες της κοινωνικής διαπάλης, όπου η κρατική εξουσία επικεντρώνεται κατά κύριο λόγο στην άσκηση οικονομικής πολιτικής, οι υποχωρήσεις συνίστανται ακριβώς στο ότι μια αριστερή κυβέρνηση αναλαμβάνει να εφαρμόσει μια δεξιά (ήτοι νεοφιλελεύθερη) οικονομική πολιτική.

Αν την εφαρμόζει κατά τρόπο επιτυχή (σύμφωνα με τα κριτήρια αυτής της ίδιας της -νεοφιλελεύθερης- οικονομικής πολιτικής, εννοείται), τούτο δεν σημαίνει πως η εν λόγω αριστερή κυβέρνηση κάνει μεγαλύτερη υποχώρηση. Απλώς διεκπεραιώνει επιτυχώς μια πολιτική, η αποτυχία της οποίας δεν θα οδηγούσε σε αλλαγή πολιτικής, αλλά σε επιδείνωση της κρίσης -και κατά συνέπεια σε επιδείνωση της κατάστασης εκείνων που πάντοτε πληρώνουν τις συνέπειες της κρίσης, δηλαδή των κατώτερων και μεσαίων τάξεων.

Υπάρχει βέβαια και η άλλη άποψη για το πώς θα έπρεπε να είναι μια (τακτική) υποχώρηση από την πλευρά της Αριστεράς (την άποψη της μη υποχώρησης -ήτοι της εξόδου απ’ την Ευρωζώνη- την αφήνω κατά μέρος). Είναι η άποψη που λέει πως η Αριστερά, εφόσον δεν μπορεί στοιχειωδώς να ασκήσει αριστερή πολιτική, οφείλει να παραιτηθεί από την κυβέρνηση. Είναι η άποψη που αντιμετωπίζει την κυβέρνηση και τους κρατικούς μηχανισμούς γενικότερα ως έδαφος που παραχωρείς στον αντίπαλο, εφόσον εσύ δεν μπορείς να το κρατήσεις με τη δική σου σημαία να ανεμίζει.

Το πρόβλημα, όμως, είναι ότι το κράτος δεν είναι εδαφική περιοχή ούτε φρούριο. Είναι λειτουργίες μηχανισμών που ασκούν εξουσία επί πληθυσμών και ζωών. Αν στην κορυφή τους ξαναβρεθεί ο αντίπαλος, οι συνέπειες θα είναι πολύ σημαντικότερες από την -πρόσκαιρη και αμφίβολη- σωτηρία της τιμής της Αριστεράς.

Ο νεοφιλελευθερισμός θα καταστεί σκληρότερος και εκτενέστερος, και οι -λίγοι, έστω, αλλά διόλου ασήμαντοι- τομείς της κοινωνικής ζωής που δεν εξαρτώνται από μνημόνια θα κυριευθούν από τις δυνάμεις εκείνες για τις οποίες η μη δέσμευση από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς θα αποτελεί χρυσή ευκαιρία για ολική επαναφορά ενός παλιού μας γνώριμου: πατρίς-θρησκεία-οικογένεια. Πεινάει ο λαός; Δώσ’ του συλλαλητήρια για τη Μακεδονία.

* Kαθηγητής της Κοινωνικής Θεωρίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών

Άρθρο στην ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ

Σχολιάστε