Τα τα τα
Του Θανάση Βαφειάδη.
Είμαι απογοητευμένος φίλοι, φίλες και φίλ@ (το παπάκι, όχι αυτό που πάει στην ποταμιά αλλά του πληκτρολογίου, το βάζω για να δείτε ότι έχω εμπεδώσει την … αναντίρρητη αλήθεια περί πολλών φύλων). Και είμαι σφόδρα απογοητευμένος με τον εαυτό μου που αδυνατεί να κατανοήσει αυτά που συμβαίνουν γύρω μου, να εξηγήσει την σιωπηρή αποδοχή μιας κατάστασης σήψης και παράνοιας από τη μεγάλη πλειοψηφία της κοινωνίας που παρόλο που στρέφεται εναντίον της την αποδέχεται ασμένως, να δώσει εύλογες απαντήσεις για το πώς καταφέρνει τόσο εύκολα το ψεύδος να παρουσιάζεται ως αλήθεια, το γελοίο ως σοβαρό, το ασήμαντο ως σημαντικό.
Παρακολουθώ έκθαμβος την οργή των κοινοβουλευτικών κομμάτων για τον δήθεν σεξισμό του Κουτσούμπα όταν αναφέρεται στις ατραπούς εκπόρνευσης που οδηγούνται νέοι άνθρωποι για να πληρώσουν τα δίδακτρα τους στα πανάκριβα ιδιωτικά πανεπιστήμια, την αθλιότητα του προέδρου της εξεταστικής επιτροπής για τα Τέμπη που δηλώνει ανερυθρίαστα ότι «το διασκεδάζει», την χωρίς φόβο επίδειξη της κυβερνητικής συμπόρευσης με συγκεκριμένους επιχειρηματικούς ομίλους με την επιβολή προστίμων σε ανταγωνιστικές εταιρείες οι οποίες κρατούν χαμηλά τις τιμές στα σούπερ μάρκετ.
Αυτό που με εκπλήσσει, επίσης, ότι οι εθνοπατέρες που εκστομίζουν ουρανομήκεις ανοησίες από το βήμα της Βουλής, οι δημοσιογράφοι που επιστρατεύουν γελοία επιχειρήματα στις τηλεοπτικές οθόνες, τα τρολς που ρυπαρογραφούν στα σόσιαλ μίντια, πληρώνονται κι από πάνω και μάλιστα αδρά. Τέτοια παπαρολογήματα μπορώ να γράψω στο λεπτό και μάλιστα δωρεάν. Αν έμπαινα, λοιπόν, στη θέση τους θα μπορούσα επί παραδείγματι να γράψω τα παρακάτω αντάξια της ευφυΐας τους:
Ο Κουτσούμπας έχει μείνει 200 χρόνια πίσω στον ξύλινο λόγο του, που διανθίζει με viral αστειάκια και καρδούλες, και στις παρωχημένες ιδέες του, αφυδατωμένες από τα ιδανικά της ελευθερίας που εγγυάται ο κόσμος της ελεύθερης αγοράς. Αλλά ποιος του έδωσε το δικαίωμα να καθορίζει πού θα ξοδέψει τα λεφτά του ο κάθε sugar daddy; Δικά του είναι τα φράγκα ό,τι θέλει τα κάνει και κεχαγιά στο φουσκωμένο πορτοφόλι του δε θα βάλει. Αυτό θα πει ελευθερία. Την ελευθερία αυτών των ανθρώπων θα τους την στερήσουμε κ. Κουτσούμπα; Το αναφαίρετο δικαίωμα τους στον πληρωμένο έρωτα θα το καταργήσουμε κι αυτό και θα τους σπιλώσουμε κι από πάνω επειδή βοηθούν τους μη έχοντες να σπουδάσουν; Κι αυτά τα παλαιολιθικά περί εκπόρνευσης πού τα βρήκες; Δεν σ’ έχουν πληροφορήσει ότι οι εκδιδόμενες δεν αποκαλούνται πλέον πόρνες αλλά σεξεργάτριες; Κι εσύ που τάχα μου είσαι με την εργατική τάξη αντί να υπερασπίζεσαι το δικαίωμα των εργατριών στην εργασία το καταγγέλλεις; Ήμαρτον!
Για την άλλη την κυρία, την πρόεδρο του συλλόγου των οικογενειών που τα παιδιά τους έχασαν τη ζωή τους στα Τέμπη, θα έλεγα: Εντάξει καταλαβαίνω είναι μια χαροκαμένη μάνα. Αλλά ενώ δόθηκε ένας τιτάνιος αγώνας από την κυβέρνηση, τη δικαιοσύνη, τα ΜΜΕ για καλό σκοπό, για να ξεχαστεί το θέμα και να σταματήσει να θλίβεται ο κόσμος, αυτή γιατί το επαναφέρει; Τι επιδιώκει; Να συνεχίζουν οι καρδιές των πολιτών να σπαράζουν από τη θύμηση μιας ανείπωτης τραγωδίας; Να γίνει ο φέρελπις πολιτικός από τα Σέρρας λιώμα και να καταδικαστεί για ένα έγκλημα για το οποίο ευθύνεται ο σταθμάρχης, ο Χατζηπετρής, ο οποιοσδήποτε άλλος αλλά όχι αυτός; Δεν γνωρίζει ότι τα «οικεία κακά» πρέπει να ξεχνιούνται; Ακόμη και στην αρχαία Αθήνα όταν οι ποιητής Φρύνιχος παρουσίασε στους δραματικούς αγώνες το έργο του «Μιλήτου άλωσις» οι θεατές ένοιωσαν ανείπωτο πόνο, τα μάτια τους βούρκωσαν από τα δάκρυα και καταδίκασαν τον τραγικό ποιητή σε πρόστιμο 1000 δραχμών γιατί τους θύμισε τις δικές τους συμφορές. Και μάλιστα έβγαλαν απόφαση κανένας να μη παρουσιάσει ξανά αυτή την τραγωδία. Αυτή, όμως, αντί να ακολουθήσει αυτό το δρόμο, αντί να αποδεχτεί το αυτονόητο που της είπε η εισαγγελέας του Αρείου Πάγου «έ, τι να κάνουμε αυτά συμβαίνουν», αντί να ακολουθήσει τη σοφή συμβουλή της να πάει σε καμιά εκκλησία και να ζητήσει παρηγοριά, αντί να συμμορφωθεί με αυτό που είπε ο σεβασμιότατος Μητροπολίτης Λάρισας να σιωπήσουν γιατί «δεν τιμάς τους νεκρούς με θόρυβο, αλλά με σιωπή και προσευχή», αυτή έπραξε τα εντελώς αντίθετα: Άρχισε να μαζεύει υπογραφές και να δυσφημεί τη χώρα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Τέτοια ανευθυνότητα!
Και το κερασάκι στην τούρτα η επίθεση του διαδικτυακού όχλου στον αγαπημένο μας «Μπάρμπα Στάθη», που από τα παιδικά μας χρόνια τον έχουμε σε περίοπτη θέση στον καταψύκτη του ψυγείου μας. Τι μύγα τους τσίμπησε όλους αυτούς και διαμαρτύρονται γιατί η κυβέρνηση καταλόγισε πρόστιμο 742.00 ευρώ σε ανταγωνιστική εταιρεία για αθέμιτη κερδοφορία, αυτό δεν το κατάλαβα. Μήπως είναι ψέματα ότι η εταιρεία «Αίνος» είχε το θράσος να πουλάει τα φασολάκια στη μισή τιμή από το «Μπάρμπα Στάθη»; Και ποιοί είστε εσείς κύριοι της «Αίνος» που κατεβάζετε τις τιμές αυθαίρετα και μας φτύνετε κατάμουτρα θεωρώντας ότι είμαστε τίποτε φτωχομπινέδες που αδυνατούμε ν’ αγοράσουμε τα φασολάκια στη διπλάσια τιμή; Ποιοι είστε εσείς που μας θεωρείτε μια χώρα φτωχών που δικαιούνται φθηνές τιμές στα ράφια των σούπερ μάρκετ, όταν έχουμε ανέβει επενδυτική βαθμίδα; Ποιοι είστε εσείς που θα αναγκάσετε το «Μπάρμπα Στάθη» να μην έχει την οικονομική άνεση να συμπεριφερθεί ως sugar daddy στη «Μικρή Ολλανδέζα» μέσα στο ψυγείο;
Ακόμη και για τα ασημαντότερα των ασημάντων θα μπορούσα να μιλήσω, για τη λογοκλοπή δηλαδή του στίχου, ΤΑ ΤΑ ΤΑ, που αποτελεί και το ρεφραίν του τραγουδιού το οποίο θα μας εκπροσωπήσει φέτος στη Γιουροβίζιον. Θα την παρουσίαζα σαν τη μεγαλύτερη κλοπή καλλιτεχνικής δημιουργίας, μεγαλύτερη κι από την κλοπή της Μόνα Λίζα από το Λούβρο. Θα μιλούσα για αυτό το έγκλημα καθοσιώσεως και θα δάκρυζα, όπως δάκρυζε η Μοσχολιού όταν μιλούσε για τα παιδιά της. Θα αναρωτιόμουν συντετριμμένος πώς είναι δυνατόν να κλάπηκε ένας τέτοιος ανυπέρβλητος στίχος, το ΤΑ ΤΑ ΤΑ, που οι μεγαλύτεροι στιχουργοί η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου, ο Λευτέρης Παπαδόπουλος, ο Μάνος Ελευθερίου, ο Νίκος Γκάτσος ούτε στ’ όνειρο τους δε θα μπορούσαν να τον γράψουν; Ακόμη κι οι νομπελίστες ποιητές μας θα ένοιωθαν μικροί κι ασήμαντοι αν ζούσαν κι αν άκουγαν έναν τέτοιο στίχο και μόνο ένας ποιητής, όχι πραγματικός αλλά κινηματογραφικός, ο ποιητής Φανφάρας θα μπορούσε να γράψει στίχους με επαναλαμβανόμενο επιφώνημα:
«Και το μυαλό μου είναι θολό,
πωπωπωπώ, πω πω πω πω!».
Και μη βρεθεί κανείς και πει:
«Και το μυαλό τους είν’ σκατά
τατατατά, τα τα τα τα!».
Ανάρτηση στο facebook