Ο Στελάρας
Του Θανάση Βαφειάδη.
Άριστος γνώστης της «γαλλικής». Όχι αυτής που μιλάει απταίστως ο γνωστός δικηγόρος, ο «Ζαμέ Κορωπί», ούτε εκείνης που μας δίδασκε στο Λύκειο η ηλικιωμένη και δύστροπη καθηγήτρια γαλλικών, που δε θυμάμαι το όνομά της. Θυμάμαι, όμως, ότι της είχαμε βγάλει το λάδι καθώς της κλέβαμε τα χοντρά γυαλιά μυωπίας κι εκείνη ψηλαφούσε απεγνωσμένα την επιφάνεια της έδρας για να τα βρει. Αλλά αυτοί ήμασταν!
Τα «γαλλικά», λοιπόν, του Στελάρα ήταν του λιμανιού και όχι του σαλονιού, αν και οι λιμενεργάτες, γνωστοί για την αθυροστομία τους, μάλλον θα ερυθριούσαν ως Αρσακειάδες ακούγοντας τις ύβρεις, που μονίμως και αδιαλείπτως εξέρχονταν κατά ριπάς από τα χείλη του.
Οι νεότεροι σε ηλικία πιθανώς να μη γνωρίζουν το Στελάρα – Στέργιος Σαλωμίδης το ονοματεπώνυμο του – που ήταν από τις πιο γνωστές φυσιογνωμίες της πόλης μας. Αλλά και μεις δε γνωρίζαμε πολλά γι’ αυτόν, παρά μόνο ότι ήταν αρκετά ιδιόρρυθμος και ότι διέμενε στο νοσοκομείο Κιλκίς ως αντάλλαγμα δωρεάς που είχε κάνει στο ίδρυμα ο παππούς του. Ο Στελάρας, λοιπόν, διέσχιζε καθημερινά την 21ης Ιουνίου ανεβασμένος στο ποδήλατο του και βρίζοντας χωρίς προφανή αιτία όποιον έβλεπε μπροστά του. Τα ονόματα του Θεού, του Χριστού, της Παναγίας και κάθε γνωστού αγίου συνοδευόμενα με το γνωστό περί συνουσίας ρήμα, απευθύνονταν με άγριο τόνο σε όσους είχαν την ατυχία να περάσουν δίπλα του ή απλώς να στέκονται στο πεζοδρόμιο. Εκτός από τα Θεία και τα θήλεα συγγενικά πρόσωπα όλων των βαθμών συγγενείας συμπεριλαμβάνονταν στο μακρύ κατάλογο των ύβρεων που εκτόξευε, έχοντας ένα άγριο βλέμμα σα να κοίταζε τον πιο θανάσιμο εχθρό του. Έκρυβε μια οργή μέσα του ο Στελάρας που την εκτόνωνε με αυτό το υβρεολόγιο, το οποίο κανένας δεν ήθελε να το «λουστεί». Και επιπλέον είχε την ατράνταχτη βεβαιότητα ότι περιστοιχίζεται από άτομα χαμηλής αντιληπτικής ικανότητας, γι’ αυτό και όλους τους αποκαλούσε με περιφρόνηση «χαϊβάνια»!
Τέλος πάντων ο Στελάρας κάποια στιγμή εκδιώχθηκε από το νοσοκομείο, όπου έκανε θελήματα και μικροδουλειές, γιατί η συμπεριφορά του θεωρήθηκε ανυπόφορη και στη συνέχεια πέθανε μόνος του στο γηροκομείο.
Πάνε λίγα χρόνια που έφυγε ο Στελάρας και για να πω την αλήθεια οι βωμολοχίες του δεν μας έλειψαν. Μας έλειψε, όμως, η αίσθηση που είχαμε ότι σ’ αυτήν την πόλη χωράνε όλοι, και οι συμβατικοί και οι αντισυμβατικοί, και οι καλότροποι και οι κακότροποι, και αυτοί που η ζωή τους φέρθηκε γενναιόδωρα και εκείνοι που η ζωή τους φέρθηκε σκληρά και εν τέλει δεν περισσεύει κανείς. Και στο κάτω – κάτω η απρεπής συμπεριφορά αυτού του συμπολίτη μας ήταν δικαιολογημένη λόγω της κατάστασής του. Ενώ η «έργω εξύβριση», όπως θα έλεγαν οι νομικοί, απέναντι στις ζωές μας από μεγαλόσχημους πολιτικάντηδες που με τις αποφάσεις τους δε μας βρίζουν απλά αλλά μας φτύνουν κατάμουτρα, παραδόξως δεν είναι καταδικαστέα. Αλλά ακόμη κι όταν συμβαίνει αυτό, σε τραγικά περιστατικά που κάνουν τη ψυχή μας να ξεχειλίζει από θλίψη και οργή, γρήγορα ξεχνιούνται λες και κάποιο αόρατο σφουγγάρι βυθίζεται στο μυαλό μας και τα σβήνει από τη μνήμη μας. Στο μεταξύ οι ζωές μας γίνονται αποκαΐδια σα τη Ρόδο αλλά δεν κάνουμε κάτι ουσιαστικό γι’ αυτό, λες κι έχουμε κι άλλη ζωή να ζήσουμε και αυτή που διανύουμε είναι απλώς μια πρόβα. Τέτοια αφέλεια, για να μην πω τέτοια ευήθεια, είναι τόσο ανεξήγητη που ώρες – ώρες αναρωτιέμαι: Ρε μπας κι είχε δίκιο ο Στελάρας όταν μας γαμοσταύριζε και μας χαρακτήριζε «χαϊβάνια»;
Ανάρτηση στο facebook