My Twitter Feed

4 Ιανουαρίου, 2021

ΕΙΔΗΣΕΙΣ.ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ:

Επαναξιολογούνται οι διοικητές; -

Δευτέρα, 4 Ιανουαρίου, 2021

Παραμένει αναβαθμισμένος -

Δευτέρα, 4 Ιανουαρίου, 2021

Καταγγελίες υγειονομικών Κιλκίς -

Δευτέρα, 4 Ιανουαρίου, 2021

Εμβολιασμοί στα νοσοκομεία μας -

Δευτέρα, 4 Ιανουαρίου, 2021

ΣΥΡΙΖΑ: Ανησυχία για τα σχολεία -

Δευτέρα, 4 Ιανουαρίου, 2021

“Μέτρα πριν το άνοιγμα σχολείων” -

Κυριακή, 3 Ιανουαρίου, 2021

ΑΚΕ: Διαφοροποίηση στο ΣΕΝΚ -

Κυριακή, 3 Ιανουαρίου, 2021

Συνεχίζονται τα αντιπλημμυρικά -

Πέμπτη, 31 Δεκεμβρίου, 2020

Οι αναγνώστες τιμωρούν

Του Περικλή Κοροβέση.


Η κρίση των εφημερίδων είναι ένα παγκόσμιο γεγονός, τέτοιας έκτασης που πολλοί μιλούν για το τέλος της έντυπης δημοσιογραφίας. Και ας μην πάρουμε για παράδειγμα την Ελλάδα, που ακόμα και όταν υπήρχαν εφημερίδες που πουλούσαν πάνω από εκατό χιλιάδες φύλλα, δεν μπορούσε να συγκριθεί με τις σκανδιναβικές χώρες όπου η κυκλοφορία των εφημερίδων ήταν εξαπλάσια και εφταπλάσια.

Με άλλα λόγια, η Ελλάδα ποτέ δεν ήταν καλή αγορά εφημερίδων, όπως και βιβλίων, σε σύγκριση με την υπόλοιπη Ευρώπη που θεωρούσαν την εφημερίδα είδος πρώτης ανάγκης. Το πρώτο μεγάλο πλήγμα που δέχτηκαν οι εφημερίδες ήταν από την εμφάνιση της τηλεόρασης στα μέσα του 20ού αιώνα. Τραγικό θύμα ήταν η αριστερή εφημερίδα «Daily Herald» που πουλούσε 2 εκατ. φύλλα και την αγόραζαν τα λαϊκά στρώματα. Και την εγκατέλειψαν χάριν της δωρεάν τηλεόρασης. Το 1964 έκλεισε ύστερα από σαράντα χρόνια αδιάλειπτης κυκλοφορίας.

Η κατάσταση χειροτέρεψε με την εμφάνιση του Διαδικτύου και άρχισε να γενικεύεται στα τέλη του 20ού αιώνα. Στις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο οι εφημερίδες έχασαν τους μισούς αναγνώστες τα τελευταία χρόνια. Η «Guardian» έχασε τα 2/3 των αναγνωστών της και περιορίστηκε στα 138.000 φύλλα (στο Διαδίκτυο όμως έχει 10 εκατ. αναγνώστες και μια εποχή ήταν πρώτη παγκοσμίως). Τα λεγόμενα Free Press, ένα πρόδρομος του Διαδικτύου, αν και είχαν μεγάλη κυκλοφορία, δεν απείλησαν ποτέ σοβαρά τις κανονικές εφημερίδες.

Για να έρθει και αυτών η σειρά να ακολουθήσουν την τύχη της έντυπης εφημερίδας. Οι εφημερίδες αμύνθηκαν με προσφορές, δηλαδή προσφορές-λαχεία, που δεν είχαν σχέση με τη δημοσιογραφία (σπίτια, αυτοκίνητα, ακόμα και τάφους κ.λπ.), τακτική που απαγορεύτηκε λόγω αθέμιτου ανταγωνισμού. Και η προσφορά περιορίστηκε σε βιβλία, δίσκους ή ταινίες.

Τη χρυσή εποχή των προσφορών, που αγοράζαμε παραπάνω από μία εφημερίδα Σάββατο βράδυ από την Ομόνοια, χρειαζόμασταν καροτσάκι για να τις κουβαλήσουμε. Η «Νew York Times» (14.9.87) είχε 1.612 σελίδες και ζύγισε περίπου 16 κιλά. Πλησίαζε τον αριθμό των σελίδων της Βίβλου.

Μιλάμε βέβαια για εφημερίδες-κολοσσούς του αστικού Τύπου και όχι για εναλλακτικό Τύπο. Ακόμα και η «Guardian», όπως και άλλες δημοκρατικές εφημερίδες, την οποία εμπιστεύτηκε ο Σνόουντεν για τις αποκαλύψεις του, ανήκει σε αυτή την ελίτ και κάνει δεξιώσεις στο Νταβός με συνδαιτυμόνες όλους τους βαρόνους των ΜΜΕ, ηλεκτρονικών ή μη.

Εντούτοις η εποχή των μεγάλων τιράζ φαίνεται ότι πέρασε. Αλλά η έντυπη εφημερίδα δεν πρόκειται να πεθάνει γιατί είναι άλλο προϊόν από την digital μορφή της. Απόδειξη είναι πως όλες οι μεγάλες εφημερίδες του κόσμου που εκδίδονται και ηλεκτρονικά με τεράστια απήχηση, η οποία δεν συγκρίνεται με την έντυπη εκδοχή τους, δεν σταμάτησαν να τυπώνονται. Οταν έγινε η ανακάλυψη της φωτογραφίας δεν τελείωσε η ζωγραφική. Και όταν βγήκε ο κινηματογράφος δεν καταργήθηκε το θέατρο. Η τηλεόραση, που επέβαλε την παγκόσμια δικτατορία της, δεν εξαφάνισε τον κινηματογράφο.

Το πρόβλημα της κρίσης του έντυπου Τύπου δεν οφείλεται στον αμείλικτο ανταγωνισμό με την ηλεκτρονική του μορφή, όπως πολλοί υποστηρίζουν. Η ουσία του προβλήματος έγκειται στο «τι πουλάς». Δηλαδή στο περιεχόμενο και την ποιότητα του προϊόντος. Και αυτό εξαρτάται από την ιδιοκτησία της εφημερίδας. Το σύνολο του ελληνικού Τύπου, όπως και η εμπορική-διαφημιστική τηλεόραση, είναι στα χέρια εφοπλιστών ή μεγαλοκεφαλαιούχων. Κοινώς μεγαλοκαρχαριών.

Και φυσικά θα υποστηρίξουν το «νόμος είναι το δίκιο του κεφαλαίου» κι εκείνο το κόμμα που θα τον κάνει νόμο του κράτους. Οι εφημερίδες της Αριστεράς είναι κομματικές. Πρώτο ενδιαφέρον είναι να «χτίσουμε το κόμμα». Αρα όποια άποψη δεν συνεισφέρει σ’ αυτήν την κατεύθυνση, είναι απορριπτέα. Η «Αυγή» επί Φίλη πήγε να σπάσει αυτήν την παράδοση με ενδιαφέροντα θέματα και αξιόλογους συνεργάτες και τελικά κατέληξε σε προπαγανδιστικό όργανο της κυβέρνησης. Και με το χέρι στην καρδιά ας διερωτηθούμε: Για ποιο λόγο να διαβάσει κανείς μια εφημερίδα που δεν εκφράζει τα συμφέροντά του, δεν τον πληροφορεί σωστά και δεν του δίνει γνώση;

Αυτό το κενό ήρθε να καλύψει το συνεταιριστικό εγχείρημα της «Εφ.Συν.», που στην αρχική της διακήρυξη, έως και σήμερα, δηλώνει πως δεν ανήκει σε κανένα κόμμα και εκφράζει όχι μόνο το σύνολο της Αριστεράς, αλλά όλο το φάσμα του δημοκρατικού κόσμου. Δηλαδή ανήκει στον εναλλακτικό Τύπο.

Αλλά για πρώτη φορά με καθημερινό φύλλο και όχι με περιοδική έκδοση. Σε όλο τον κόσμο υπάρχουν αξιόλογα έντυπα ή ηλεκτρονικά περιοδικά που έχουν μεγάλο κύρος και επιβιώνουν επειδή οι αναγνώστες τους είναι πιστοί και μπορούν να διαμορφώσουν μια σωστή γνώμη για τα τεκταινόμενα και να δράσουν αναλόγως. Κατά κανόνα είναι ενεργοί πολίτες, υψηλού μορφωτικού επιπέδου που δημιουργούν τα σύγχρονα κινήματα και ίσως συγκροτήσουν την Αριστερά του 21ου αιώνα που αργεί να σχηματιστεί. Το αμαρτωλό παρελθόν ακόμα βαραίνει το μέλλον.

Άρθρο στην ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ

Σχολιάστε