Μοιρολατρία ή ρεαλισμός;
———————————————————————————————————————————————————–ΔΕΝ ΞΕΡΩ πού σταματάει η μοιρολατρία και αρχίζει ο ρεαλισμός. Ούτε ξέρω αν αυτό είναι ένα μετρήσιμο, συλλογικό μέγεθος και όριο ή ένα προσωπικό πείσμα του καθενός ξεχωριστά. Τις πιο πολλές φορές μάλλον πορευόμαστε με κράματα και όχι με καθαρά μεταλλεύματα.
Με προσμίξεις. Δεν μπορεί να γίνει διαφορετικά. Δόσεις αποδοχής αλλά και αντίστασης. Υποταγής και ελπίδας. Είμαστε ταυτόχρονα και το αντίθετό μας. Και αφηνόμαστε στα κέφια μιας ζαριάς που θα δικαιώσει ή θα καταδικάσει όλη την προηγούμενη ζωή μας.
Από τη μία, δεν μπορείς να μην αποδεχθείς μια αλήθεια που μέρα με τη μέρα αποκτάει το σχήμα της πραγματικότητάς μας και δεν αφήνει και πολλές ρωγμές αμφισβήτησής της. Αυτή που λέει πως από δω και πέρα -και για αρκετά χρόνια- η Ελλάδα μπήκε στο χάρτη της φτώχειας. Αυτό είναι μη αναστρέψιμο και το μόνο που μπορείς να ελπίζεις, είναι μία άλλη πολιτική, η οποία όμως το μόνο που θα καταφέρει θα είναι να περιορίσει όσο μπορεί την απόγνωση, να προσφέρει ένα κάποιο αίσθημα δικαιοσύνης, να ανακόψει τον καλπασμό του οργανωμένου φασισμού. Λίγο; Οχι.
Αλλά αυτό είναι το απώτατο στάδιο της ελπίδας. Οσοι ονειρεύονται εποχές 2004, είναι εκείνη η μεγάλη μερίδα ψηφοφόρων που ζούνε και θρέφονται με τον πεπιεσμένο αέρα των κομματικών εξαγγελιών. Που δίνουν κάθε φορά μία διετία καιρό σε κάθε κόμμα να αλλάξει ριζικά τη ζωή τους. Που περνούσαν από το ΠΑΣΟΚ στη Ν.Δ. με ιδιαίτερη ευκολία. Που ίσως δώσουν μια ευκαιρία στον ΣΥΡΙΖΑ -κάνα χρόνο δηλαδή, όχι περισσότερο- για να πάρουν πίσω τις παλιές δουλειές τους, την παλιά ζωή τους. Και όταν φυσικά δεν γίνει αυτό, ένας Θεός ξέρει πού θα τους βρει η επόμενη μέρα.
Θα πλαισιώσουν ακόμη και τη Χρυσή Αυγή και θα το πλασάρουν ως δικαιολογημένη αντίδραση στο πολιτικό σύστημα. Δεν θα φτάσει καν στα αυτιά τους, πως το να ψηφίζεις φασίστες δεν σε χαρακτηρίζει αγανακτισμένο, αλλά φασίστα. Μόνο φασίστα. Τελεία. Μπορείς να κλαψουρίζεις κάποτε όσο θέλεις πως το έκανες από αντίδραση και δεν το πίστευες και ήθελες απλά να ταρακουνήσεις τους πολιτικούς και διάφορα άλλα τέτοια χαριτωμένα, αλλά η πραγματικότητα θα είναι πως ήσουν κι εσύ ένας φασίστας.
Σε ποιο σημείο όμως αυτή η ρεαλιστική -κατ’ εμέ φυσικά- ανάγνωση της πραγματικότητάς μας γίνεται μοιρολατρία; Δεν το ξέρω με σιγουριά. Δεν μου έχει ξανατύχει τόσο ζόρικη ζωή.
Η διατύπωση «ζω αυτό που μου έτυχε αλλά παλεύω και να το ανατρέψω» μου ακούγεται πια σαν ένα στερεότυπο, που δεν λέει και πολλά πράγματα. Εύκολο, αυτονόητο, κούφιο. Πότε αποδέχεσαι και πότε παλεύεις; Πού υποχωρείς και πού στήνεις τη γραμμή της άμυνάς σου; Είσαι ένα κράμα που εμπεριέχει και τα δύο, αλλά πότε είσαι τι; Πότε το ένα νικάει το άλλο, έστω για λίγο; Υποχωρούμε, μέρα με τη μέρα. Σοκαρισμένοι ακόμα. Ή μάλλον κάτι πολύ χειρότερο. Συνηθίσαμε γρήγορα.
Στους φίλους που δεν μπορούν ακόμη να συνειδητοποιήσουν τι μας έχει συμβεί, τους λέω συνήθως «ξέχνα το χθες, δεν υπάρχει, θα ζήσουμε από δω και πέρα ό,τι μας έτυχε». Ο γκουρού του νοήματος της ζωής!
Δεν ξέρω τι άλλο να πω. Δεν έχω.
Άρθρο στην ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ