Υπάρχει κατ’ αρχήν ο ανορθόδοξος (παράνομος για να ακριβολογούμε) τρόπος με τον οποίο έγινε η προώθηση από μέρους του Ελληνικού Δημοσίου (Ε.Δ. εφεξής) και η υπογραφή μεταξύ αυτού και της Ε.Χ. στη συνέχεια της σύμβασης για τη συγκεκριμένη επένδυση.

Πράγματι:

α) Δεν προηγήθηκε της υπογραφής της σύμβασης μια στρατηγική μελέτη, κατά την έννοια της οδηγίας 2001/42 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, που θα λάβαινε υπόψη και με ισότιμους στην εκκίνηση όρους όλες τις εναλλακτικές αναπτυξιακές προοπτικές της ευρύτατης περιοχής όπου τα μεταλλεία Κασσάνδρας, μετά την απόρριψη της επενδυτικής πρότασης της προηγούμενης στην περιοχή μεταλλευτικής εταιρείας (της TVX), την αποχώρησή της από τη χώρα μας και την επιστροφή των μεταλλείων στο Ε.Δ.

Η οποία στρατηγική μελέτη θα έπρεπε να εξετάσει κατά πόσο η συνέχιση της εκμετάλλευσης των μεταλλείων αυτών στην ίδια ή πολύ μεγαλύτερη -όπως τελικά τώρα προβλέπεται- κλίμακα είναι ή όχι η πιο ενδεδειγμένη, και περιβαλλοντικά μεταξύ των άλλων, προοπτική ανάπτυξης, τόσο σε τοπικό επίπεδο όσο και σε ό,τι αφορά το δημόσιο συμφέρον γενικότερα. Μια στρατηγική μελέτη βέβαια που για να έχει τα εχέγγεια της αντικειμενικότητας θα έπρεπε να εκπονηθεί όχι από κάποια ενδιαφερόμενη για τα μεταλλεία εταιρεία, αλλά από έναν δημόσιο φορέα, λαμβάνοντας οπωσδήποτε υπόψη της και τη γνώμη της τοπικής κοινωνίας.

β) Δεν προηγήθηκε, όπως θα όφειλε να είχε γίνει, μια από μέρους του Ε.Δ. αντικειμενική εκτίμηση της αξίας των προς μεταβίβαση μεταλλείων και όλων των συνοδών κινητών και ακίνητων στοιχείων, μετά βέβαια και εφόσον θα είχε καταλήξει η προκαταρτική στρατηγική μελέτη που θα είχε προηγηθεί υπέρ μιας συνέχισης της μεταλλευτικής δραστηριότητας στην ανατολική Χαλκιδική.

γ) Αφού όλα τα προηγούμενα θα είχαν αποφασιστεί, εκτιμηθεί και καταγεγραφεί, θα μπορούσε τότε μόνον το Ε.Δ. να έχει προχωρήσει σε έναν ανοικτό διεθνή δημόσιο διαγωνισμό επιλογής του επενδυτικού φορέα (της εταιρείας) που θα αναλάμβανε να υλοποιήσει την εκμετάλλευση των μεταλλείων Κασσάνδρας, με τον συμφερότερο οπωσδήποτε για το Δημόσιο τρόπο: με ελαχιστοποιημένη δηλαδή την περιβαλλοντική επιβάρυνση και μεγιστοποιημένο το όφελος για την εθνική οικονομία.

Τίποτα από τα παραπάνω δεν τηρήθηκε. Η ανάθεση εκμετάλλευσης στην Ε.Χ. δια της υπογραφής της σχετικής σύμβασης μεταξύ αυτής και του Ε.Δ. έγινε το 2003 εν μιά νυκτί, αμέσως μετά την μεταβίβαση στο Ε.Δ. των μεταλλείων από την προηγούμενη εταιρεία που αποχώρησε. Χωρίς να έχει γίνει οποιαδήποτε προκαταρτική στρατηγική μελέτη, χωρίς να έχει γίνει αντικειμενική εκτίμηση της αξίας των μεταβιβαζόμενων στοιχείων και χωρίς να έχει προκηρυχθεί για τη σχετική ανάθεση εκμετάλλευσης δημόσιος διεθνής διαγωνισμός. Η δε ανάθεση έγινε σε μια εταιρεία (την Ε.Χ.) που ιδρύθηκε τρείς μόνο μέρες πριν την υπογραφή της σύμβασης με μετοχικό κεφάλαιο συμποσούμενο σε 60 χιλ. ευρώ. Και η παραχώρηση-ανάθεση έγινε έναντι του εξευτελιστικού τιμήματος των 11 εκατ. ευρώ και με μηδενικά royalties (μηδενικό δηλαδή μερίδιο του Ε.Δ. επί της αξίας των παραγομένων -και όχι επί των καθαρών κερδών της εταιρείας που, εφόσον υπάρξουν, καθορίζουν τη φορολόγησή της).

Συνέπεια των παραπάνω υπήρξε η γνωμάτευση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής οτι ο τρόπος που έγινε η σχετική μεταβίβαση των μεταλλείων συνιστά παραβίαση των όρων υγιούς ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης (άρθρο 108) και για το λόγο αυτόν επέβαλε ποινή επιστροφής από την Ε.Χ. προς το Ε.Δ. ποσού 15 εκατομ. ευρώ (συμβολικού οπωσδήποτε έναντι της πολύ μεγαλύτερης πραγματικής αξίας όλων των στοιχείων που μεταβιβάστηκαν στην εταιρεία και που υπολογίστηκαν τότε σε πλέον των 400 εκατομ. ευρώ). Υπήρξε εξάλλου και απόφαση του Πρωτοδικείου Πειραιά, που επικυρώθηκε και από το Εφετείο Πειραιά, επί θέματος προσβολής δια του τύπου της τιμής και υπόληψης του μεσολαβήσαντος τότε για την μεταβίβαση των μεταλλείων και την υπογραφή της σύμβασης υφυπουργού του ΠΑΣΟΚ, η οποία απόφαση αναφέρει μεταξύ άλλων καταληκτικά οτι:

“Οι ενέργειες του κ. Πάχτα στην υπόθεση της Ε.Χ. στοιχειοθετούν την έννοια της διαπλοκής και σε επίπεδο πολιτικής την έννοια του σκανδάλου.”

Όλα τα προηγούμενα όμως είναι γνωστά και καταγεγραμμένα στην πρόσφατη πολιτικο-οικονομική ιστορία του τόπου μας. Aς επικεντρωθούμε λοιπόν παρακάτω στα όσα πολλά ακολούθησαν ή όφειλαν να ακολουθήσουν μετά την υπογραφή της σύμβασης. Τα επόμενα στάδια ήταν η εκπόνηση από την Ε.Χ. μιας Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ), η δημόσια συζήτηση επ’ αυτής, η Απόφαση στη συνέχεια της Εγκρισης από το Δημόσιο συνολικά των Περιβαλλοντικών Όρων (ΑΕΠΟ) που απορρέουν από τη μελέτη αυτή και η εκπόνηση ακολούθως από μέρους της εταιρείας και η τελική έγκριση στη συνέχεια από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Δημοσίου όλων των διαφόρων Τεχνικών Μελετών για τα πολλά επί μέρους έργα που εμπεριέχονται στην προαναφερθείσα ΑΕΠΟ. Μόνο μετά και την έγκριση των τελευταίων καθίσταται επιτρεπτή και νόμιμη η προχώρηση από την εταιρεία στην, αν το επιθυμεί ή ρισκάρει, σταδιακή -ανάλογα με τη ροή των χορηγούμενων αδειών- υλοποίηση των σχεδιασμών της.

Τι έγινε όμως στην πράξη σε σχέση με τα παραπάνω

Τον Αύγουστο του 2010 η εταιρεία υπέβαλε στην Ειδική Υπηρεσία Περιβάλλοντος (ΕΥΠΕ/ΥΠΕΚΑ) μιαν ογκωδέστατη ΜΠΕ που υμνολογήθηκε -από την εταιρεία και αρκετούς αρθρογράφους- ως η πιο εμπεριστατωμένη και τεκμηριωμένη σχετική μελέτη, υπόδειγμα δε υποτίθεται για όσες ανάλογες πρόκειται να εκπονηθούν στο μέλλον.

Στη δημόσια διαβούλευση που ακολούθησε επί αυτής της ΜΠΕ, εκτός από πολλούς άλλους φορείς και πολίτες που την σχολίασαν αρνητικά, τόσο το Τεχνικό Επιμελητήριο, Τμήμα Κεντρικής Μακεδονίας, όσο και η Επιτροπή Περιβάλλοντος του ΑΠΘ -οι αρμοδιότεροι επιστημονικά και πλησιέστεροι γεωγραφικά φορείς, γνώστες της περιοχης και των κοινωνικοοικονομικών ιδιομορφιών της- γνωμοδότησαν απορριπτικά, κρίνοντας ως σοβαρές και μη αναστρέψιμες πολλές από τις αρνητικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις της επένδυσης της Ε.Χ.

Η αρμόδια τότε υπουργός περιβάλλοντος (Τ. Μπιρμπίλη) επί ένα χρόνο στη συνέχεια και μέχρι την απομάκρυνσή της από το υπουργείο τον Ιούνιο του 2011 αρνήθηκε να προχωρήσει σε Εγκριση Περιβαλλοντικών Ορων με βάση αυτήν την ΜΠΕ της Ε.Χ. Πράγμα που έκανε όμως ως πρώτη του ενέργεια αμέσως μετά την ανάληψη των καθηκόντων του ο διάδοχός της στο Υπουργείο Γ. Παπακωνσταντίνου, ο οποίος είναι ο πρώτος υπογράφων την Κοινή Υπουργική Απόφαση Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων για  όλα τα επί μέρους έργα των Μεταλλείων Κασσάνδρας (ΚΥΑ/ΕΠΟ 201745 26/7/2011).

Αξίζει να αναφερθεί εδώ οτι είναι εντελώς λανθασμένη η εντύπωση που καλλιεργήθηκε δια των πολλών αναφορών στα ΜΜΕ οτι η Εγκριση των Περιβαλλοντικών Ορων, βασισμένη στη ΜΠΕ της Ε.Χ., και η απόρριψη προσφυγών που έγιναν για επί μέρους θέματα στο ΣτΕ κατά του Δημοσίου που την εξέδωσε, αποτελεί/ούν δήθεν οριστική δικαίωση της Ε.Χ. και τελεσίδικη απόφανση για την απρόσκοπτη πλέον υλοποίηση της επένδυσής της.

Κάτι τέτοιο είναι εντελώς αβάσιμο, επειδή αφενός το ΣτΕ δεν χορηγεί αδειοδοτήσεις οποιασδήποτε μορφής -για κάτι τέτοιο αποκλειστικά αρμόδιες είναι οι κατά περίπτωση υπηρεσίες του Ε.Δ.-, αφετέρου επειδή η τελική έγκριση ολων των επί μέρους Τεχνικών Μελετών (επί των οποίων, ως τεχνικών κειμένων, το ΣτΕ δεν έχει λόγο) και όχι των Περιβαλλοντικών Ορων είναι που νομιμοποιεί και επιτρέπει την υλοποίηση της επένδυσης.

Και λέγοντας ολων των τεχνικών μελετών, εννοούμε στην κυριολεξία όλων, αφού τόσο στη ΜΠΕ, όσο και στην ΚΥΑ/ΕΠΟ του 2011, αλλά και σε πρόσφατη απόφαση (223/2016) του ΣτΕ, τονίζεται εμφαντικά πως όλα τα επί μέρους έργα της επένδυσης αυτής (τα τρία κύρια μεταλλεία και τα όσα προκύψουν, το προταθέν εργοστάσιο μεταλλουργίας, το εργοστάσιο παραγωγής θειϊκού οξέος και το νέο λιμάνι Στρατωνίου) αποτελούν μία ενιαία και αδιαίρετη ενότητα, που ως τέτοια μόνο μπορεί να υλοποιηθεί τελικά.

Πράγμα που σημαίνει πως χωρίς όλες τις τεχνικές μελέτες εγκεκριμένες, η επένδυση, παρά τη φαινομενική και με ευθύνη της εταιρείας προχώρησή της, θα παραμένει στον αέρα. Μόλις πρόσφατα, η ίδια η Ε.Χ. παραδέχτηκε πως της λείπουν αδειοδοτήσεις για 60 επί μέρους έργα, μεταξύ των οποίων και κάποια που είναι κρίσιμα. Πριν εξετάσει κανείς κατά πόσο οι εκκρεμούσες αυτές αδειοδοτήσεις είναι “ρουτίνας” και αναμενόμενο έτσι κι’ αλλιώς να χορηγηθούν, όπως ισχυρίζεται η εταιρεία, θα ήταν χρήσιμο να αναφέρουμε επιγραμματικά μόνο τις σημαντικότερες αρνητικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις της επένδυσης, αυτές που έχουν ήδη επισυμβεί και τις περισσότερες που διαβλέπονται ως αναπόφευκτες.

Αυτές είναι:

α) Η σοβαρή διακοπή της συνέχειας και ο αφανισμός σημαντικού μέρους ενός οικολογικά πολιτιμότατου δάσους στο όρος Κάκκαβος, στην περιοχή των Σκουριών, όπου χωροθετείται το ανοικτό όρυγμα (open pit) και οι εξαπλωμένες ευρύτατα γύρω του διάφορες περιφερειακές του εγκαταστάσεις.

β) Η σοβαρότατη ρυπαντική επίπτωση στα επιφανειακά και υπόγεια νερά του βουνού αυτού, αλλά και η συνεχής και μέχρις εξαφανίσεώς τους αποστράγγιση για την προχώρηση των εξορυκτικών εργασιών σε βάθος συνολικά πλέον των 800 μέτρων από την επιφάνεια του ανοικτού ορύγματος -ας σημειωθεί οτι τα νερά του Κάκκαβου είναι που υδρεύουν/(σε λίγο ύδρευαν) όλην την προ της Άθωνικής χερσονήσου περιοχή της Χαλκιδικής και πως το μοναδικό, έστω και υποτυπώδες, ποτάμι της στερημένης κατά τα άλλα από νερό Χαλκιδικής πηγάζει από τον Κάκκαβο. Επίσης βέβαιη θεωρείται -και είναι ήδη διαπιστωμένη- η ρύπανση των υπόγειων νερών και στα άλλα δύο μεταλλεία (Μαύρων
Πετρών και Ολυμπιάδας) από τα εκεί θειούχα μεταλλεύματα.

γ) Η κατασκευή σε φαράγγια του Κάκκαβου δύο τεράστιων λιθόρριπτων φραγμάτων ύψους 150 μέτρων (πέντε φορές το ύψος του Λευκού Πύργου για να έχουμε στοιχείο σύγκρισης) πίσω από τα οποία θα αποτεθούν και θα παραμείνουν για πάντα εκεί 44 εκατ. κυβικά μέτρα μεταλλευτικών αποβλήτων.

δ) Η εξαπλούμενη στην περιοχή αέρια ρύπανση εξαιτίας της διαφυγής από το ανοικτό όρυγμα των Σκουριών καθημερινά και επί 24ώρου βάσεως πολύ μεγάλων ποσοτήτων εισπνεύσιμης σκόνης φορτισμένης με τοξικά μεταλλικά στοιχεία, ίνες αμιάντου και λεπτοδιαμερισμένου κρυσταλλικού διοξειδίου του πυριτίου (silica) -των δύο αυτών τελευταίων εξαιρετικά επικίνδυνων καρκινογόνων κατηγορίας Α EPA για τους γνωρίζοντες.

ε) Η συνεχής απειλή διαφυγής στο περιβάλλον αεριοποιημένου του εξαιρετικά τοξικού και καρκινογόνου επίσης αρσενικού που σε ποσότητα 20 χιλ. τόννων ετησίως θα προκύπτει ως παραπροϊόν της μεταλλουργίκής επεξεργασίας στο Στρατώνι (αν ποτέ εφαρμοστεί η μέθοδος ακαριαίας τήξης -flash smelting- εκεί).

στ) Η ως δαμόκλεια σπάθη και κατά μακάβρια παγκόσμια πρωτοτυπία χωροθέτηση του Χώρου Απόθεσης Επικίνδυνων Αποβλήτων του Κοκκινόλακκα ιππαστί επί ενός ενεργού σεισμικού ρήγματος το οποίο έχει δώσει στο πρόσφατο παρελθόν σεισμούς και πάνω από 7 Ρίχτερ. Στον οποίο χώρο απόθεσης θα απορριφθούν 12 εκατ. τόννοι φορτισμένων με τοξικά μεταλλευτικών αποβλήτων. Και που κατασκευάζεται/στηκε με πλήθος τεχνικών ατελειών και παρατυπιών χωρίς να έχει εκδοθεί γι’ αυτό μέχρι σήμερα η απαιτούμενη έγκριση τεχνικής μελέτης

Δεν θα πρέπει βέβαια να παραλείψουμε να αναφέρουμε στα αρνητικά της επένδυσης  και την πολύ σημαντική που υπήρξε και σε όλους γνωστή βαθειά διάρρηξη του κοινωνικού ιστού στην περιοχή. Καθώς και το οτι η μεγάλης έκτασης και εντατική μεταλλεία -με τις αρνητικές περιβαλλοντικά επιπτώσεις που μόλις αναφέρθηκαν- αποτελεί σημαντικό ανασταλτικό παράγοντα στη δυνατότητα ανάπτυξης κάθε άλλης πλην της μεταλλείας δραστηριότητα στην ευρύτερη περιοχή.

Η οποία περιοχή συμβαίνει να διαθέτει όλες τις ευνοϊκές προοπτικές για ανάπτυξη και απασχόληση σε πολλούς κλάδους του πρωτογενή αλλά και του δευτερογενή-μεταποιητικού τομέα. Όπως εξάλλου και για τουριστική αξιοποίηση, διαθέτοντας θαυμάσιες παραλίες κάτω από πυκνά δασωμένα (όσο έμειναν) βουνά, εξαιρετικό κλίμα, όντας η πύλη εισόδου στο Άγιο Όρος, και διαθέτοντας σπουδαίους αρχαιολογικούς χώρους, μεταξύ των οποίων και τα ερείπια της γενέτειρας του Αριστοτέλη -όπως πιθανότατα και τον τάφο του.

Τα παραπάνω είναι λογικό να λαμβάνονται ιδιαίτερα υπόψη και να προκαλούν ανησυχία και σφοδρές ενίοτε αντιδράσεις στους κατοίκους της περιοχής. Να έχουν δε μικρότερη ή ακόμα και μηδαμινή απήχηση σε όσους κατοικούν μακρυά ή πολύ μακρυά από αυτήν, δεν την γνωρίζουν καθόλου και δεν τους χαρακτηρίζει επί πλέον ιδιαίτερη οικολογική συνείδηση και ευαισθησία.

Δεν θα αποφύγω βέβαια να αναφερθώ και στα αναμενόμενα θετικά της επένδυσης της Ε.Χ. Και αυτά είναι δύο κυρίως: α) Η δημιουργία θέσεων εργασίας στα μεταλλεία, κάτι που ενδιαφέρει ασφαλώς την τοπική κυρίως κοινωνία, και β) Το και σπουδαιότερο, το προβλεφθέν και αναμενόμενο όφελος από την υλοποίηση της επένδυσης για την εθνική οικονομία, κάτι που ενδιαφέρει τους πάντες.

Σε ό,τι αφορά τη δημιουργία θέσεων εργασίας, αυτές στη ΜΠΕ της εταιρείας υπολογίζονται έως 1.300 κατά την πλήρη ανάπτυξη της επένδυσης. Καθόλου ευκαταφρόνητος αριθμός, ιδίως στις μέρες μας. Θα πρέπει εν τούτοις να ληφθεί υπόψη πως η εντατική μεταλλεία στην περιοχή, με την ανασταλτική έως απαγορευτική σε κάποιες περιπτώσεις δράση της επί άλλων πλην αυτής αναπτυξιακών δυνατοτήτων,  μειώνει αντίστοιχα τον αριθμό άλλων δυνητικών θέσεων εργασίας σε άλλους τομείς. Και αυτός ο αριθμός δεν μπορεί μεν εύκολα να προσδιοριστεί, ασφαλώς όμως δεν θα ήταν καθόλου ευκαταφρόνητος επίσης, θα μπορούσε δε ακόμα κανείς να ισχυριστεί οτι ίσως και να υπερέβαινε εκείνον των θέσεων εργασίας στα μεταλλεία.

Σε ό,τι αφορά το κεντρικό και σημαντικότατο θέμα του αναμενόμενου οφέλους για την εθνική μας οικονομία από την υλοποίηση της επένδυσης, αυτό πολύ εμφαντικά, τόσο στη ΜΠΕ της Ε.Χ. όσο και στην ΚΥΑ/ΕΠΟ του 2011, συναρτάται άμεσα με την προοπτική της τελικής στη χώρα μας μεγιστοποιημένης κατά το δυνατό παραγωγής καθαρών μετάλλων υψηλής προστιθέμενης αξίας.

Χωρίς αυτήν την προοπτική το γενικό όφελος για την εθνική οικονομία ελαχιστοποιείται σε πολύ μεγάλο βαθμό, και έχει πια ως μόνη αναφορά τις θέσεις εργασίας στα μεταλλεία (και τη …φορολόγηση των εργαζομένων) όπως και την όποια αναμενόμενη φορολόγηση της εταιρείας επί όσων θα δηλώνει η ίδια ως καθαρά προκύπτοντα κέρδη της.

Ως προς το τελευταίο, τη φορολόγηση δηλαδή της εταιρείας, τέσσερα στοιχεία μου είναι προσιτά:

α) Ο δημοσιευθείς πρόσφατα ισολογισμός της Ε.Χ. για το 2015, όπου εμφανίζονται ζημιές 84,7 εκατομ. ευρώ.

β) Τα λεχθέντα από τον Paul Wright, CEO της μητρικής Eldorado Gold, που όταν αποκαλύφθηκε η ύπαρξη στημένου δικτύου φοροαπόκρυψης και φοροαποφυγής των όποιων, ή μέρους από τα μελλοντικά κέρδη της θυγατρικής της στην Ελλάδα, με κατάληξη τα νησιά φορολογικούς παραδείσους Barbados της Καραϊβικής και ενδιάμεσους σταθμούς εταιρείες βιτρίνες στην Ολλανδία (“ολλανδική φορολογική τεχνογνωσία”), έκανε στις 5-4-2015 την εξής δήλωση:

“Προσπαθούμε, όπως κάθε επιχείρηση και κάθε φυσικό πρόσωπο, να ελαχιστοποιήσουμε με νόμιμα μέσα τους φόρους που θα κληθούμε να πληρώσουμε. Το 2017, όταν -εκτός απροόπτου- καταγράψει για πρώτη φορά κέρδη η Ελληνικός Χρυσός, θα φανούν τα οφέλη που θα δρέψει από την ολλανδική φορολογική τεχνογνωσία”.

γ) Η φανερή πια από μέρους της χρηματοδότριας Eldorado Gold μη διάθεση να χρηματοδοτήσει την ίδρυση μεταλλουργίας στο Στρατώνι.

Για διάφορους λόγους. Κυρίως γιατί αφενός μεν διαπιστώθηκε ο τεχνικά λανθασμένος σχεδιασμός της (βλέπε στη συνέχεια), αλλά και γιατί, αφετέρου, η μητρική εταιρεία μεγιστοποιεί τα κέρδη της αν αφαιρεθούν τα επιπλέον απαιτούμενα επενδυτικά κεφάλαια για την εγκατάσταση μεταλλουργικής κλιβάνου και των συμπαρομαρτούντων (εργοστάσιο θειϊκού οξέος και εκ βάθρων ανακαίνιση του λιμανιού του Στρατωνίου).

Την εταιρεία, λοιπόν, συμφέρει η υλοποίηση της επένδυσής της στην Ελλάδα να παραμείνει στο στάδιο παραγωγής μόνο των πολύ χαμηλής φοροδοτικής αξίας μεταλλευτικών συμπυκνωμάτων, η δε ανάκτηση των υπέρ της εταιρείας πια αποκλειστικά υψηλής προστιθέμενης αξίας καθαρών μετάλλων να γίνεται στη συνέχεια σε χώρες όπου η φορολόγιση είναι πολύ χαμηλότερη από ό,τι στην Ελλάδα.

Αυτή είναι εξάλλου η βολική πρακτική με την οποία η Ε.Χ. αξιοποιεί στο μέγιστο προς το συμφέρον το δικό της και της μητρικής της εταιρείας την τρέχουσα παραγωγή της, που δεν είναι και ευκαταφρόνητη.

δ) Η, ανεξάρτητα από τα παραπάνω, μετά και πρόσφατη απόφαση του ΥΠΕΝ, πιθανή τελεσίδικη απόρριψη της τεχνικής μελέτης για την μεταλλουργία όπως εκπονήθηκε από την Ε.Χ., με τη δική της έμπνευσης παραλλαγή της μεθόδου ακαριαίας τήξης (flash smelting), ως της μόνης δε εφαρμόσιμης άνευ άλλης εναλλακτικής, για τα συγκεκριμένα να την τροφοδοτήσουν μεταλλευτικά μίγματα.

Η απόρριψη αυτής της μεταλλουργικής μεθόδου δεν έγινε από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου “δι’ασήμαντον αφορμήν”, αλλά για τον πολύ σημαντικό λόγο οτι η τυχόν εφαρμογή της κρίθηκε, μετά από εμπεριστατωμένη τεχνική ανάλυση, οτι συνιστά σοβαρή απειλή για τη δημόσια υγεία των κατοίκων -και των επισκεπτών- της ανατολικής Χαλκιδικής (βλ. και σχετικές δηλώσεις του υφυπουργού ΠΕΝ κ. Φάμελλου).

Επ’ αυτού βέβαια λίγος λόγος πέφτει στους τυχόν δυσαρεστημένους από την απορριπτική αυτή απόφαση υποστηρικτές της επένδυσης, που κατοικοεδρεύουν μακρυά ή πολύ μακρυά από την ανατολική Χαλκιδικά. Και σε όσους θεωρούν τις τεχνικές αδειοδοτήσεις ως απλές και άνευ ουσίας διεκπαιρεωτικές διαδικασίες, ενοχλητικές και ανασταλτικές για την προσέλκυση ξένων επενδύσεων.

Είναι δε εξαιρετικά δύσκολο η απόφαση αυτή, κατά της οποίας η Ε.Χ. έχει προσφύγει στο ΣτΕ, να απορριφθεί από το τελευταίο, επειδή η συλλογιστική επί της οποίας εδράζεται είναι καθαρά τεχνικής φύσεως και επειδή το συμπέρασμά της είναι η ισχυρά πιθανολογούμενη απειλή για τη δημόσια υγεία, γεγονός που είναι αδιανόητο να παρακάμψει και ανίσχυρο να αμφισβητήσει το ΣτΕ.

Αυτή, η πολύ πιθανή τελεσίδικη απόρριψη από το ΣτΕ της παραπάνω προσφυγής της Ε.Χ. κατά της απορριπτικής απόφασης του Υπουργείου για την τεχνική μελέτη της μεταλλουργίας, συνεπάγεται όμως και κατάργηση της ΚΥΑ/ΕΠΟ 201745/2011, επειδή εκεί ορίζεται πως “απαραίτητη προϋπόθεση για την αξιοποίηση των παραγόμενων συμπυκνωμάτων πυριτών Ολυμπιάδας και χαλκού-χρυσού Σκουριών στην τροφοδοσία του νέου εργοστασίου μεταλλουργίας το οποίο εγκαθίσταται εντός της βιομηχανικής ζώνης Στρατονίκης-Στρατωνίου είναι η εφαρμογή της Πυρομεταλλουργικής Μεθόδου Ακαριαίας Τήξης (Flash Smelting)”.

Αλλά και επειδή παλαιότερη απόφαση (1492/2013) του ΣτΕ ορίζει πως: “η τυχόν εφαρμογή άλλης μεθόδου (πλην την ακαριαίας τήξης) ή η ουσιώδης, ως προς τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις, τροποποίησή της, σε οποιοδήποτε στάδιο και αν ανακύψει η ανάγκη αυτή, θα πρέπει να στηρίζεται σε νέα έγκριση περιβαλλοντικών όρων, εκδοθείσα κατόπιν τηρήσεως εκ νέου της διαδικασίας περιβαλλοντικής αδειοδοτήσεως, λόγω ουσιώδους τροποποιήσεως των περιβαλλοντικών επιπτώσεων του έργου.”.

Συνακόλουθο της, με βάση τα παραπάνω, πολύ πιθανής αδυναμίας προχώρησης της μεταλλουργίας καθεαυτής, είναι οτι και η αδειοδότηση της όλης πια επένδυσης ακυρούται εκ των πραγμάτων, επειδή αυτή παύει να συνιστά το ένα ενιαίο και αδιαίρετο έργο με το περιεχόμενο που περιγράφεται στη ΚΥΑ/ΕΠΟ του 2011, με τη  μεταλλουργία δηλαδή ως αδιάσπαστο μέρος του.

Αλλά ακόμα και αν κάτι τέτοιο θα μπορούσε, όχι χωρίς κάποια σοβαρή πάντως παρανομία, να παρακαμφθεί, το γεγονός είναι οτι η μη υλοποίηση της μεταλλουργίας αποστερεί την επένδυση της Ε.Χ. από το κύριο υπέρ της επιχείρημα με το οποίο εκτιμήθηκε ως επένδυση επωφελής για την εθνική οικονομία. Γιατί ήταν ακριβώς το επιχείρημα της εγκατάστασης μεταλλουργίας και της καθετοποιημένης εδώ παραγωγής καθαρών μετάλλων υψηλής προστιθέμενης αξίας που θεωρήθηκε οτι αυτό ειδικά εξυπηρετεί το εθνικό συμφέρον, και οτι με αυτό αντισταθμίζονται όλες οι πολλές και σοβαρές περιβαλλοντικές θυσίες που θα συνοδεύουν την υλοποίηση της επένδυσης της Ε.Χ.

Θα ήθελα να κλείσω υπενθυμίζοντας πως η επένδυση της Ε.Χ. δεν περιορίζεται μόνο στο γνωστό πια πανελλήνια μεταλλείο των Σκουριών, που προς το παρόν μάλιστα βρίσκεται σε περίοδο αδράνειας. Η κύρια σημερινή δραστηριότητα της Ε.Χ. αφορά τη λειτουργία του μεταλλείου των Μαύρων Πετρών και την επικείμενη του μεταλλείου Ολυμπιάδας. Απο το τελευταίο μάλιστα η Ε.Χ. δηλώνει πως θα έχει την πρώτη παραγωγή χρυσού εντός του 2017. Χρειάζεται όμως εδώ μια διευκρίνιση για το τι ακριβώς εννοεί η εταιρεία αναφερόμενη σε παραγωγή χρυσού. Πού δηλαδή θα γίνει αυτή, αν γίνει, και πόσο θα είναι το εξ αυτής όφελος για την εθνική μας οικονομία.

Η απάντηση είναι βέβαια πως από το μεταλλείο της Ολυμπιάδας θα γίνεται απλά η παραγωγή των πολύ μικρής φορολογητέας αξίας χρυσοφόρων συμπυκνωμάτων, που θα εξάγονται μετά στο εξωτερικό (Κίνα), όπου και θα ανακτάται υπέρ της Eldorado Gold αποκλειστικά ο υψηλής προστιθέμενης αξίας (ελληνικός κατά τα άλλα) χρυσός.

Τελικά, όλα τα προβλήματα που ανακύπτουν και που αναστρέφουν τη λογική με την οποία αδειοδοτήθηκε η επένδυση της Ελληνικός Χρυσός, είναι αποτέλεσμα κακών έως απαράδεκτων εκτιμήσεων, σχεδιασμών και χειρισμών της ίδιας της εταιρείας και της μητρικής της. Και μιας κάποιας ασυγχώρητης ελαφρότητας με την οποία το Ελληνικό Δημόσιο αντιμετώπιζε το θέμα μέχρι πολύ πρόσφατα.

* Ομότιμος καθηγητής Γεωλογίας, ΑΠΘ