My Twitter Feed

3 Σεπτεμβρίου, 2024

ΕΙΔΗΣΕΙΣ.ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ:

Κιλκίς: Θα πει το νερό…νεράκι; -

Δευτέρα, 2 Σεπτεμβρίου, 2024

Στο Φανάρι ο μητροπολίτης Κιλκίς -

Δευτέρα, 2 Σεπτεμβρίου, 2024

“Επί τάπητος” τα προβλήματα -

Κυριακή, 1 Σεπτεμβρίου, 2024

Συνάντηση Παππά με ΕΛΜΕ Κιλκίς -

Παρασκευή, 30 Αυγούστου, 2024

Αποχαιρετισμός στον σπουδαίο Αλέν Ντελόν -

Παρασκευή, 30 Αυγούστου, 2024

Ζητείται κτήριο των “Διδύμων” -

Παρασκευή, 30 Αυγούστου, 2024

Ολοκλήρωση με επιτυχία των Αξιουπολίτικων -

Παρασκευή, 30 Αυγούστου, 2024

Αλλαγή ημέρας για το Φεστιβάλ ΚΝΕ -

Τρίτη, 27 Αυγούστου, 2024

Μήπως να γίνουμε Βουλγαρία;

Του Χρήστου Λάσκου.


Υπήρξε ένας καιρός, όχι πολύ παλιά, που θεωρούνταν, στη γαλάζια μας πατρίδα, σπουδαίο ανέκδοτο το «Αλβανός τουρίστας». Στο πλαίσιο μιας περιόδου που χαρακτηριζόταν από δηλητηριώδη προπέτεια, με κορυφαίους διαμορφωτές γνώμης τον Πέτρο Κωστόπουλο και τον Θέμο Αναστασιάδη, το «αστείο» πήγαινε μαζί με μια επίθεση στον αριστερό μιζαραμπιλισμό και στον ανέραστο μπιζιμποντισμό.

Τότε, στην εποχή του σημιτικού εκσυγχρονισμού και της συνέχειάς του, που μας οδήγησε στον διάολο, το να επισημαίνεις, έστω αισχυντηλά, πιθανούς κινδύνους σήμαινε πως ήσουν «βλάχος», ανάξιος της αστακομακαρονάδας. Σίγουρα, πάντως, δεν ήσουν in! Κι αν η απάτη του Χρηματιστηρίου, με την διαπρύσια ώθηση από τον ίδιο τον Σημίτη, κατέστρεψε κόσμο και κοσμάκη, τίποτε δεν μπορούσε να σταματήσει την «ευημερία» με την ένταξή μας στον σκληρό πυρήνα (sic) της Ε.Ε. Οσοι μιλούσαν για τη «γενιά των 700 ευρώ», της ραγδαία επεκτεινόμενης «ευελιξίας» και της «απασχολησιμότητας» ανήκαν στην κατηγορία εκείνων για τους οποίους έβγαλε βρόμα η Ιστορία ότι ξοφλήσανε.

Και ύστερα ήρθαν οι μέλισσες.

Με αποτέλεσμα, οι Αλβανοί τουρίστες να είναι περισσότεροι από τους Ελληνες στα ρόδινα ακρογιάλια μας.

Υβρις και Νέμεσις; Οχι, θα ήταν έτσι αν, με την κρίση, την είχαν πληρώσει αυτοί που ευημέρησαν πραγματικά και όχι οι εργαζόμενοι φτωχοί. Εδώ, όμως, έχουμε καπιταλισμό και μάλιστα ελληνικό – πατριωτικό, εκσυγχρονιστικό, ανταγωνιστικό, παραγωγικό, ιδίως.

Ετσι, μεταξύ 2008 και 2024, ο δείκτης κερδών εκτινάχθηκε από το 105 στο 160 περίπου (αύξηση 54%), ενώ τα εργατικά εισοδήματα μειώθηκαν πάνω από 30%. Τα αφεντικά, μικρομεσαία και μεγάλα, ως προς την εκμετάλλευση, δείχνουν τον δρόμο σε ολόκληρη την Ε.Ε. Ως προς αυτό, ο καθοδηγητικός ευρωπαϊσμός τους είναι αναμφισβήτητος.

Εκτός από τα κέρδη, δεν υπάρχει δείκτης της ελληνικής οικονομίας που να είναι στοιχειωδώς καλός. Η πιθανότητα πρόσκρουσης στο επόμενο παγόβουνο πλησιάζει το 100%.

Οι επενδύσεις είναι οι μισές από ό,τι πριν από την κρίση, στην πραγματικότητα, στο σύνολό τους αποσβέσεις αλλά και οι ελάχιστες «καθαρές» είναι της πλάκας. Η παραγωγική διάρθρωση, την οποία θα βελτίωναν δραστικά τα τρία μνημόνια, είναι χειρότερη από πριν – εξαρτιόμαστε περισσότερο από τον τουρισμό και αντίστοιχες, εν πολλοίς αντιπαραγωγικές και εξαιρετικά ευάλωτες υπηρεσίες, τις οποίες το πρώτο φύσημα των διεθνών ανέμων θα τις πάρει και θα τις σηκώσει. Ο δημοσιονομικός ζουρλομανδύας των πρωτογενών πλεονασμάτων, μέχρι το 2060, που μας φόρεσαν οι διαδοχικές μνημονιακές κυβερνήσεις, δυσκολεύει πολύ τις απαραίτητες δημόσιες επενδύσεις, που θα μπορούσαν να βελτιώσουν την κατάσταση. Το ισοζύγιο πληρωμών είναι ακραία ελλειμματικό – παρ’ όλη την αύξηση των εξαγωγών, οφειλόμενη αποκλειστικά στους εξευτελιστικούς μισθούς, οι εισαγωγές αυξάνονται περισσότερο, με τα είδη πολυτελείας να παίζουν σημαντικό ρόλο. Η παραγωγικότητα της οικονομίας έχει υποστεί από το 2008 και μετά τη μεγαλύτερη καθίζηση στην Ε.Ε.

Αυτά τα λίγα, μέσα σε πολύ περισσότερα αντίστοιχα, δείχνουν το γκραν σουξέ των πολιτικών, που, ανεξαρτήτως κυβέρνησης, υπήρξαν σταθερά προσανατολισμένες -στην πράξη, όχι στα λόγια- στους πολύ χαμηλούς μισθούς. Γιατί αλήθεια να προοδεύσει τεχνολογικά και παραγωγικά μια οικονομία, όταν τα αφεντικά κερδίζουν ασύλληπτα ποσά διατηρώντας τη στο χάλι που την έφεραν;

Βάσει αυτών, το ερώτημα του τίτλου -Μήπως να γίνουμε Βουλγαρία;- δεν είναι σαρκαστικό. Η καταφατική απάντηση είναι η μόνη που στέκει. Η Βουλγαρία, ξεκινώντας από πολύ χαμηλά, μας έχει φτάσει και, αν συνεχιστεί η τάση, θα μας ξεπεράσει, ως προς το ΑΕΠ κατά κεφαλήν, πολύ σύντομα. Χαρακτηριστικά, μεταξύ 2009 και 2022, η παραγωγικότητα αυξήθηκε κατά 42% και οι πραγματικοί μισθοί κατά 95%! Στην Ελλάδα, είχαμε αντίστοιχα μείον 10% και μείον 30%! Ηρθε, μάλιστα, πολύ πρόσφατα το ΚΕΠΕ να μας πληροφορήσει ότι σπάσαμε ήδη ακόμη ένα ρεκόρ: είμαστε, σε ό,τι αφορά τον πραγματικό μισθό ανά δεδουλευμένη ώρα εργασίας, 27οι στους 27. Τρώνε τη σκόνη μας.

Να μη μιλήσω για την Τουρκία, η οποία μας αφήνει πίσω σε όλους τους δείκτες, ενόσω τα δελτία μας χαίρονται με τα οικονομικά της «προβλήματα».

Δεν νομίζω να υπάρχει κανένας πια που να συνεχίζει να γελάει με τα ανέκδοτα για τους κατώτερους Βαλκάνιους. Τη δε κουλτούρα της αστακομακαρονάδας, εκσυγχρονισμένη, βέβαια, την εκφράζει ρητά πλέον μόνο ο Κασσελάκης, που το γλεντάει σε κάθε ευκαιρία και μας το δείχνει συνεχώς, μη τυχόν μας διαφύγει.

Για να έχουμε ελπίδα χρειάζονται ριζικές, επαναστατικές, με την πλήρη έννοια της λέξης, αλλαγές. Πράγμα όλο και δυσκολότερο μετά τον πλήρη εξευτελισμό της εκλογικά πλειοψηφικής Αριστεράς. Οπως και την εθελοτυφλία των περισσότερων προοδευτικών διαμορφωτών γνώμης. Οι οποίοι, πράγμα εξηγήσιμο, βέβαια, πιάνονται από τα μαλλιά τους αρνούμενοι να δεχτούν αυτό που κραυγάζει. Χαρακτηριστικός, για παράδειγμα, είναι ο τρόπος που αντιμετωπίζουν τον καθωσπρέπει Φάμελλο. Τον άνθρωπο, που, όπως κι όλοι οι άλλοι, άλλωστε, σε διαφορετικούς χρόνους, κατάλαβε πως κάτι δεν πάει καλά και έγινε τηλεοπτικά λαλίστατος μόλις του κόψανε το αξίωμα.

Το πράγμα φωνάζει. Ας το ακούσουμε, επιτέλους.

Άρθρο στην ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ

Σχολιάστε